12.5.15

Καμιά αγάπη δε γεννήθηκε στο φως

Καμιά αγάπη δε γεννήθηκε στο φως
Όλοι οι άνθρωποι ενωθήκαν στα σκοτάδια
Κι ενώ ξεκίνησε ο καθένας μοναχός
Γίναν παρέα, κάτι κουρασμένα βράδια.

Και πάλι, μόνοι θα φύγουμε από εδώ
Έτσι, βιώνουμε και κάποιες μας στιγμές
Μα, όλα αυτά που θα μου πεις και θα σου πω
Είναι αυτά που θα φέρουν αλλαγές…

Όλοι προσπάθησαν να ορίσουν τη ζωή σου
Λίγοι σου έδωσαν το χώρο να απλωθείς
Εκείνοι που άφησες να αγγίξουν την ψυχή σου
Είναι αυτοί που τελικά θα πορευτείς.

Όσοι ακούσουν τη φλύαρη σιωπή σου
Και θα διαβάσουν πίσω από τις λέξεις
Όσοι θα μείνουν τελικά μαζί σου
Αφού εκφράσεις τις πιο κρυφές σου σκέψεις.

Γιατί, καμιά αγάπη δε γεννήθηκε στο φως
Κι όλοι παλεύουμε μέσα μας με σκοτάδια…

Αλκίνοος Μπουνιάς: Το νέο του βιβλίο και η βιογραφία μιας μεγάλης σταρ που ετοιμάζει!

Ο Αλκίνοος Μπουνιάς είναι γνωστός στο ευρύτερο κοινό ως δημοσιογράφος. Στο χώρο του έχει αφήσει τη σφραγίδα του μέσα από τα αποκλειστικά ρεπορτάζ του στην εφημερίδα Espresso αλλά και τις lifestyle εκπομπές στις οποίες συμμετείχε. Αυτή τη φορά όμως μας αποκαλύπτει μία άλλη πλευρά του, αυτή του συγγραφέα. Στις αρχές Απριλίου πραγματοποιήθηκε και η παρουσίαση του νέου του βιβλίου με τίτλο “Νύχτα στην Πανεπιστημίου” όπου έδωσαν το παρών πλήθος επωνύμων. Μιλώντας στο TLIFE, εκμυστηρεύεται πώς εμπνεύστηκε το συγκεκριμένο βιβλίο, ποια ανάγκη των κάνει να γράφει, ενώ αποκαλύπτει ότι ετοιμάζει τη βιογραφία μιας μεγάλης σταρ.



Πώς προέκυψε η ανάγκη για να γράψετε ένα βιβλίο; Την είχατε από παλιά ή γεννήθηκε στην πορεία της καριέρας σας;

Γράφω βιβλία από τα πρώτα χρόνια της δημοσιογραφικής μου πορείας. Όπως είναι η πρώτη- μη εξουσιοδοτημένη -βιογραφία της Αλίκης Βουγιουκλάκη, (βγήκε το 1984, είναι η μοναδική βιογραφία που γράφτηκε ενώ ζούσε η αείμνηστη «Εθνική Σταρ», ολα τα άλλα βιβλία που γράφτηκαν για εκείνη κυκλοφόρησαν μετά τον θάνατό της...), το παραμύθι «Η κυρία Φιλία»,(1987) και ένα χρόνο μετά το βιβλίο «30 χρόνια πίσω από την κάμερα της Φίνος- Φιλμς» με ιστορίες από τα παρασκήνια των γυρισμάτων της θρυλικής κινηματογραφικής εταιρείας. Η ανάγκη για να γράψω ένα βιβλίο προκύπτει πάντα από το δημοσιογραφικό υλικό που συγκεντρώνω – να θυμίσω ότι είμαι καλλιτεχνικός ρεπόρτερ εδώ και 38 χρόνια- και λόγω έλλειψης χώρου η ακόμη κι επειδή συναντάω αντιρρήσεις από τους προϊσταμένους μου δεν μπορεί να δημοσιευτεί στα εκάστοτε έντυπα που εργάζομαι. Έτσι προέκυψαν οι βιογραφίες που έχω γράψει ( εκτός από τη βιογραφία της Αλίκης κυκλοφόρησα το 2006 και την -επίσης μη εξουσιοδοτημένη- βιογραφία της Άννας Βίσση ) καθώς και το βιβλίο για την «Φινος- Φίλμς». Όμως το παραμύθι, τα τρία μυθιστορήματα που έχω γράψει αλλά και η ποιητική συλλογή «Νύχτα στην Πανεπιστημίου», που βγήκε πρόσφατα, προέκυψαν από εσωτερικές ανάγκες έκφρασης, τις οποίες είχα από τα εφηβικά- για να μην πω κι από τα παιδικά- μου χρόνια. Γράφω ποιήματα από τις πρώτες τάξεις του Δημοτικού... 

Σε ποιες φάσεις της ζωής σας ή της μέρας σας νιώθετε έντονη τη διάθεση να εκφραστείτε στο χαρτί;
Μάλλον όταν δεν είμαι καλά και ειδικά τα βράδια, που υπάρχει περισσότερος ελεύθερος χρόνος αλλά και η διάθεση είναι πιο χαλαρή και ...γεννάει εικόνες, σκέψεις, ιδέες αλλά και αποκαλύπτει πράγματα, που είναι καλά κρυμμένα στα εσώψυχα. Το γράψιμο είναι η καλύτερη ψυχανάλυση, αρκεί να είσαι αληθινός σε αυτά που γράφεις. Προσωπικά νομίζω πως είτε μιλάω είτε γράφω- και ιδιωτικά και δημόσια- λέω τα πράγματα με το όνομά τους. Κι αυτό με γλιτώνει από τους ψυχολόγους και τους ψυχιάτρους ...Ελπίζω αυτοί που με ακούνε και με διαβάζουν να μην...τρελαίνονται και να παίρνουν κάτι θετικό από τα γραφόμενα-λεγόμενά μου!
Για να καταλάβετε τι εννοώ θα σας πω ότι το μυθιστόρημα μου «Σπέρμα φάλαινας», που βγήκε το 1999 από τις εκδόσεις «Αστάρτη» ( και μια πιο βελτιωμένη και ολοκληρωμένη εκδοχή του κυκλοφόρησε το 2009 από την Espresso της Κυριακής με τον τίτλο «Το βατερλό ενός κοσμικογράφου») ήταν για μένα το φάρμακο που με έσωσε από τα ψυχοφάρμακα. Όταν το έγραφα στα τέλη της δεκαετίας του 90 ήμουνα πολύ down από την πολύ «σοουμπιζνίτιδα»- έτσι λέω εγώ την αρρώστια των ανθρώπων που ανακατεύονται πολύ στο χώρο της σόου μπιζ από διάφορες πλευρές- και βγάζοντας στο χαρτί πραγματικές ιστορίες και αληθινά συναισθήματα, που είχα ζήσει και βιώσει, ένιωσα ανακουφισμένος. Λες και έκανα την πιο βαθιά εξομολόγηση στον πιο αυστηρό παπά... Άδειασα από όλα αυτά τα άσχημα που κουβαλούσα μέσα σαν βιώματα δικά μου η βιώματα μέσω τρίτων. Αυτό το μυθιστόρημα είναι πέρα για πέρα αληθινό και βασισμένο σε πολύ γνωστά πρόσωπα της εγχώριας σόουμπιζ, που μεσουρανούσαν στις δεκαετίες του 80 και 90 και αρκετά ζουν και δραστηριοποιούνται και σήμερα.



Από που εμπνευστήκατε τον τίτλο «Νύχτα στην Πανεπιστημίου»;

Για όσους δεν το ξέρουν το «Νύχτα στην Πανεπιστημίου» είναι καταρχήν ο τίτλος ενός τραγουδιού που έχω γράψει τους στίχους του και το ερμηνεύει η Ελένη Δήμου (κυκλοφόρησε το 1987 σε μουσική Λάκη Παπαδόπουλου και συμπεριλαμβάνεται στο δίσκο της τραγουδίστριας «Κατά βάθος αλεπού»). Το εμπνεύστηκα ένα χειμωνιάτικο βράδυ, στα μέσα της δεκαετίας του 80, που βρισκόμουνα σε ένα ταξί και κατηφόριζα την οδό Πανεπιστημίου. Εντελώς ξαφνικά ο οδηγός του ταξί- ο όποιος, όπως αντιλήφθηκα αργότερα, ήταν ένας νεαρός ηθοποιός της εποχής και έκανε τον ταξιτζή γιατί εκείνο το διάστημα δεν είχε δουλειά στο θέατρο- άρχισε να μου αφηγείται μια πολύ προσωπική του ερωτική ιστορία, που με ενέπνευσε να γράψω αυτό το τραγούδι. Δεν θα ξεχάσω πόση μοναξιά αλλά και καταπίεση από το σπίτι του ένιωθε αυτός ο άνθρωπος και ήθελε κάπου να μιλήσει και να τα πει. Μάλιστα ένα χρόνο μετά από εκείνη την συνάντηση μας έμαθα ότι έπαθε βαρύ έμφραγμα και σώθηκε από θαύμα.



Σε ποιον αφιερώνετε αυτή την ποιητική σας συλλογή;
Σε αυτούς «που φοράνε ριχτό σακάκι τη νύχτα και τ΄ άστρα γύρω από τον λαιμό, ψάχνοντας στο διάστημα για την Ιθάκη και για τον άλλο- τον βαθύτερό τους- εαυτό...». Αυτή η αφιέρωση υπάρχει και στο βιβλίο και είναι ένας στίχος από το ποίημα μου «Απόψε στη ζωή μου βάζω ενοικιαστήριο».

Υπάρχει κάποιο ποίημα που είναι γραμμένο για κάποιον πολύ συγκεκριμένο άνθρωπο;
Όλα τα ποιήματα μου έχουν προσωπικό ύφος και κρύβουν μέσα τους συγκεκριμένους ανθρώπους της ζωής μου. Του παρελθόντος και του παρόντος. Υπάρχουν όμως και ποιήματα που είναι γραμμένα για άγνωστους ανθρώπους που πέρασαν από μπροστά μου και – για κάποιο λόγο, που τις περισσότερες φορές είναι μεταφυσικός και ανεξήγητος- με επηρέασαν θετικά η αρνητικά. Όπως αυτό το ποίημά μου :
«Σε είδα να βγαίνεις από το καθαριστήριο / με τα ρούχα σου σε πλαστικές σακκούλες / Σακκάκια σειδερωμένα / παντελόνια με τσάκιση / πουκάμισα κολλαριστά / Όλα πεντακάθαρα / Για να τα φορέσεις σε κοσμικές εξοδους / και λουκούλεια δείπνα / με ατσαλάκωτους συνδαιτημόνες / που φοβούνται το κόκκινο κρασί / γιατί λερώνει τους κυριλέ γιακάδες / κι αφήνει ανεξίτηλο το στίγμα του / στα πλυντήρια της ματαιοδοξίας/ Αχ, πόσο θα΄θελα ένα γιγάντιο βαρέλι με μπρούσκο κρασί / να πέσει πάνω απ΄ την Εκάλη / κι οι πιτσιλιές του να φτάσουν μέχρι το Κολωνάκι!»



Έχετε και κάτι άλλο στα σκαριά;
Ετοιμάζω την βιογραφία μιας μεγάλης σταρ. Δεν θα σας αποκαλύψω ποια είναι γιατί θα βγει- όπως έγινε και με την Βουγιουκλάκη και τη Βίσση- χωρίς την έγκρισή της και θέλω να το μάθει και η ίδια την τελευταία στιγμή... 

By TLIFE


6.5.15

Άντα Λιβιτσάνου: Mιλά, πρώτη φορά μετά το “μυστικό” γάμο της, για τις δύο τούρτες, την πρόταση και το ταξίδι του μέλιτος!

Η Άντα Λιβιτσάνου έζησε το δικό της παραμύθι στο πλευρό του αγαπημένου της, Στάθη Σπηλιωτόπουλο. Το πρωί της περασμένης Δευτέρας, η Wendy παντρεύτηκε τον Peter Pan της! Η όμορφη ηθοποιός και πλέον επιχειρηματίας (αφού είναι ιδιοκτήτρια του Ada's little kitchen στη Γλυφάδα) έζησε το γάμο της έτσι όπως τον ονειρευόταν κι ακόμα καλύτερα, όπως εκμυστηρεύεται στο TLIFE. Στην πρώτη της συνέντευξη μετά τον “μυστικό” γάμο στη Σαρωνίδα, μας περιγράφει πώς το οργάνωσε, μας μιλάει για τις δύο τούρτες που έφτιαξε με τα χεράκια της και για τα επόμενα σχεδιά της... ως νιόπαντρη! 



Πώς το πήρες απόφαση να παντρευτείς;
Δεν χρειαζόταν να το πάρω απόφαση γιατί οι συνθήκες ήταν ιδανικές. Ο γάμος είναι ένας εορτασμός της αγάπης και θέλαμε να το κάνουμε.

Σου έκανε παραδοσιακή πρόταση γάμου;
Θα ήθελα να μου εξηγήσεις τι εννοείς παραδοσιακή! 

Εννοώ να γονατίσει και να σου δώσει το μονόπετρο, όπως στον κινηματογράφο.

Ειλικρινά, πιστεύω ότι η κάθε πρόταση γάμου κρύβει την μοναδικότητα της. Ήταν πάντως πολύ όμορφα.

Έγιναν όλα έτσι όπως τα ονειρεύτηκες;
Καλύτερα! Με υπέροχη ενεργεία από τις οικογένειες και τους φίλους μας. Ήρεμα και χαρούμενα.


Πώς κατάφερες να το κρατήσεις “μυστικό”;
Με πολύ κόπο και οργάνωση! (γέλια) Αλλά οι δικοί μας άνθρωποι δεν υπήρχε περίπτωση να διαρρεύσουν το νέο γιατί ήξεραν ότι θέλαμε να απολαύσουμε το μυστήριο με τον δικό μας τρόπο.

Το νυφικό και το styling ήταν δικές σου ιδέες;
Το νυφικό έγινε σε συνεργασία με τους Celebrity Skin φυσικά με την αίσθηση που ήθελα να του δώσω, είμαι και λιοντάρι μην ξεχνάς - control freak, και το αποτέλεσμα ήταν μαγικό.
Όσον αφορά τα μαλλιά και το make up με κλειστά μάτια αφέθηκα στον Ρένο Πολίτη που για άλλη μια φορά έκανε το θαύμα του. Ωραία, ρομαντικά μαλλιά και beauty make up χωρίς πολλά πολλά. Γενικά θεωρώ ότι στην εκκλησιά πρέπει να πηγαίνεις ο εαυτός σου. Όχι μια εκδοχή που ο άλλος δεν έχει δει ποτέ. (δες εδώ περισσότερες φωτογραφίες από το νυφικό)


Να φανταστώ τα γλυκά και τις τούρτες τα έφτιαξες μόνη σου.
Εννοείται και σύντομα θα επανέλθω με φωτογραφίες και από τις 2 τούρτες!

Σε άγχωσε περισσότερο το να φτιάξεις γλυκά για σένα και ειδικά την τούρτα του γάμου σου;
Η αλήθεια είναι ότι δεν ήξερα τι να πρωτοφτιάξω! Η γεύση ήταν φυσικά red velvet και στις δυο. Η πρώτη ήταν με όλα τα κατοικίδια μας επάνω και η άλλη με τον Peter Pan και την wendy ντυμένη με χρυσό glitter (pixie dust). Eίμαι μεγάλη φαν του retro μίνιμαλ.
Γλυκά, εκτός από τις τούρτες, υπήρχαν πολλά και ανάμεσα τους του επιτυχημένο Auntie Marys, το τιραμισού , η bitter rum mouse, lavender cupcakes και πολλά ακόμα.

Ο γάμος σημαίνει και άμεσα σχέδια για οικογένεια;
Αυτό είναι κάτι που μόνο ο Θεός γνωρίζει άρα περιμένουμε να μας εκπλήξει με τα σχέδιά του.

Ταξίδι του μέλιτος έχετε αποφασίσει πού θα πάτε;

Δεν θα πάμε άμεσα λόγω μαγαζιού αλλά ελπίζω το Φθινόπωρο να φύγουμε οδικώς και σίγουρα θα πάμε Ευρώπη. 

By TLIFE

5.5.15

Βασίλης Δημητρίου: Ο μοναδικός σε όλη την Ευρώπη που ζωγραφίζει αφίσες για τον κινηματογράφο!

Υπάρχει ένας ζωγράφος που συναντάς καθημερινά περνώντας από την περιοχή των Αμπελοκήπων. Ο Βασίλης Δημητρίου. Συναντάς, για να ακριβολογούμε, το έργο του, αφού πρόκειται για τον άνθρωπο που ζωγραφίζει τις αφίσες στον κινηματογράφο «Αθήναιον». Ο μοναδικός άνθρωπος σε όλη την Ευρώπη -και ίσως και στον κόσμο- που φτιάχνει αφίσες για τον κινηματογράφο με το πινέλο του, στην εποχή που ο ψηφιακός κόσμος έχει κατακλύσει τα πάντα.

Δεν ξέρω αν το έχουν όλοι οι ζωγράφοι σαν γνώρισμα, δεν είχα την τύχη να συναναστραφώ πολλούς, αλλά ο κύριος Βασίλης ζωγραφίζει ακόμα κι όταν μιλάει. Σου δημιουργεί εικόνες με τον τρόπο που περιγράφει. Εικόνες γεμάτες χρώματα και όλα τα αγαπημένα του πρόσωπα. Γιατί πάνω απ’ όλα για εκείνον είναι η οικογένειά του. Η γυναίκα του Αγγελική, τα παιδιά του και τα τρία του εγγόνια. Κι ένα σκαλί πιο κάτω αλλά εξίσου σημαντική είναι η τέχνη του. Άλλωστε σε ολόκληρη τη ζωή του δεν έκανε τίποτα άλλο πέρα από το να ζωγραφίζει . Κάπως έτσι κατάφερε να είναι σήμερα ο «τελευταίος των αφισών».



Το TLIFE τον συνάντησε στο ατελιέ του στην Αγία Παρασκευή και μας μίλησε για την ιστορία της ζωής του και την σπουδαία πορεία του. Χωρίς καμία έπαρση και χωρίς να νιώθει ότι έχει καταφέρει να πιάσει την κορυφή –κι ας την έχει πιάσει μέσα σε αυτά τα 60 χρόνια καριέρας- δηλώνει: «Στεναχωριέμαι που δεν έχω αντίπαλο. Αν υπήρχε σήμερα κι άλλος ένας ζωγράφος στην ίδια δουλειά που κάνω εγώ, θα έφτιαχνα καλύτερα πράγματα.»



Από ποια ηλικία ξεκινήσατε να ασχολείστε με τη ζωγραφική;

Από την Γ’ Δημοτικού. Τότε μου είπαν ότι ζωγραφίζω και κατάλαβα ότι κάτι κάνω, διαφορετικό από τα άλλα παιδιά. Όταν έβρισκα χαρτί και μολύβι μπροστά μου όλο κάτι έφτιαχνα, κάτι σχεδίαζα. Δεν γινόταν να μην κάνω κάτι.

Είχατε από τότε στο μυαλό σας ότι η ζωγραφική θα ήταν αυτό που θα κάνατε στο μέλλον;
Όχι. Όταν έγινα 14, πέθανε ο πατέρας μου κι έπρεπε να δουλέψω κι εγώ και τότε είπα «εγώ θα γίνω ζωγράφος». Στη γειτονία, σε όσα πεζοδρόμια υπήρχαν πλακάκια ζωγράφιζα με κιμωλίες. Πέρναγε ο κόσμος και έκανε στην άκρη για να μην το πατήσει και το χαλάσει.
Η πρώτη μου δουλειά ήταν σε ένα μανάβικο. Και στο μανάβικο όμως πάλι ζωγράφιζα. Έπιανα τα καρπούζια και με ένα ξυλαράκι ξυσμένο σχεδίαζα επάνω ένα καραβάκι, μια γατούλα, ένα ψάρι, διάφορα πραγματάκια… Ερχόντουσαν οι νοικοκυρές μετά για να ψωνίσουν και λέγανε στο αφεντικό: «Κύριε Άγγελε μου πιάνεις αυτό με το καραβάκι;». Πήγαινα να το πιάσω εγώ και μου έλεγε: «Ασ’τα εσύ αυτά, εσύ ζωγράφιζε».

Ανέβαιναν και οι πωλήσεις δηλαδή;
Ναι, βέβαια! Τα βλέπανε και τους αρέσανε έτσι όπως ήταν. (γέλια)



Το «Αθήναιον» είναι ο μοναδικός κινηματογράφος σήμερα που έχει τέτοιες αφίσες, σωστά;

Σίγουρα στην Ευρώπη. Κι αυτό το ξέρουμε καλά. Έχω ασχοληθεί πολλά χρόνια με την πυγμαχία. Ήμουν προπονητής στην εθνική ομάδα κι έχω κάνει πολλά ταξίδια στο εξωτερικό. Ισπανία, Γαλλία, Ιταλία, Αίγυπτο, Τουρκία… Πάντα το μάτι που πήγαινε στους κινηματογράφους και έβλεπα τις αφίσες που έκαναν. Αλλού μου άρεσαν, αλλού δεν μου άρεσαν. Όλοι αυτοί οι ζωγράφοι, μόλις βγήκαν οι αφίσες με τα κομπιούτερ, σταμάτησαν. Ο μόνος κινηματογράφος που δεν σταμάτησε είναι το «Αθήναιον».
Στο «Αθήναιον» λένε όταν δεν θα μπορεί ο Βασίλης, τότε θα σταματήσουμε κι εμείς. Όσα χρόνια δουλεύει ο Βασίλης, θα τα φτιάχνει ο Βασίλης. Δεν υπάρχει άλλη επιλογή.

Η πυγμαχία δεν είναι λίγο οξύμωρη με την ιδιότητα του ζωγράφου;
Δεν είναι φαινόμενο. Και χορευτές μεγάλοι έκαναν πυγμαχία και ποιητές, συγγραφείς και τραγουδιστές έχουν κάνει.

Η ζωγραφική δεν λειτουργεί σαν εκτόνωση;Δεν έχω παρατηρήσει να εκτονώνομαι. Δεν ζωγραφίζω για να εκτονωθώ ή αν είμαι αγχωμένος θα ζωγραφίσω για να μου φύγει. Ίσα ίσα που μου δημιουργεί άγχος. Επειδή όχι μόνο έχω να παραδώσω αλλά είναι και το θέμα αν θα το πετύχεις. Σήμερα το έφτιαξες, αύριο θα μπορείς; Πήγα 80 χρονών. Ξέρεις πολλούς που να δουλεύουν σε αυτή την ηλικία; 

Υπάρχει κάποια αφίσα που να θυμάστε ότι σας δυσκόλεψε πιο πολύ;
Είναι και οι στιγμές αλλά και το θέμα που παίζει ρόλο. Είναι πολλές φορές που μια αφίσα με ενθουσιάζει και έχω μια χαρά την ώρα που την φτιάχνω κι άλλες φορές που την βαριέμαι. Τώρα τελευταία, ας πούμε, έχει τύχει να φτιάχνω μόνο ασπρόμαυρες. 



Μας διακόπτει η σύζυγός του, Αγγελική. Βάζει διακριτικά το κεφάλι της στην πόρτα του ατελιέ και του λέει αυτό που θέλει. Φεύγει και ο κύριος Βασίλης σχολιάζει: «Η πιο καλή γυναίκα του κόσμου!» «Ήμουν τυχερός», μου λέει για εκείνη στη συνέχεια και όταν του λέω θα ρωτήσω μου εξηγεί πώς θα πει μόνο καλά. «Εκείνη με βλέπει ακόμα πιτσιρίκο», μου λέει και γελάει. 

Πόσα χρόνια είστε μαζί; 
57. Παιδάκια ήμασταν. Μου έλεγε ο αδερφός μου «ρε σεις τρελαθήκατε που θέλετε να παντρευτείτε; Σπίτι θα ανοίξετε ή φτωχοκομείο;» Και τα δύο φτωχά.

Έπαιξε ρόλο, στην δημιουργικότητά σας ότι είχατε μια γυναίκα που σας έδινε δύναμη, κρατούσε την ισορροπία και δεμένη την οικογένεια; 
Πολύ. Πάρα πολύ. Ο ζωγράφος δουλεύει πολύ κι όταν κουβεντιάζει μαζί σου. Αυτός μπορεί να δουλεύει στο μυαλό του κάτι το οποίο δεν φαίνεται, το βλέπει μόνο αυτός. Για αυτό πρέπει να υπάρχει ένας άνθρωπος… Να στο πω αλλιώς για να το καταλάβεις. Εγώ, στις 3 τη νύχτα μπορεί να έχω στο μυαλό μου κάτι και πρέπει να σχεδιάσω πέντε γραμμές πάνω σε αυτό για να μην το ξεχάσω. Και σηκώνομαι και πάω στο εργαστήριο μέσα για να φτιάξω αυτό που έβλεπα. Αν ήταν μια άλλη γυναίκα, θα με είχε διώξει από το σπίτι. 

Εκείνη έχει σχέση με τη ζωγραφική;
Όχι, αλλά έχει μάτι. Να δεις τι φτιάχνει με τα λουλούδια, τους στολισμούς που κάνει, θα πάθεις! Φτιάχνει ωραία πράγματα.

Σας δίνει ιδέες για τους πίνακές σας;
Όχι, ιδέες δεν μου δίνει. Δεν δέχομαι. Εκείνο που κάνει είναι να έρχεται που και που και να ρίχνει μια ματιά. Κι άμα τη δω να ξινίζει λίγο τη μούρη της τής λέω «τι τρέχει ρε γυναίκα;» Και μου λέει το μάτι του τάδε είναι λίγο μικρότερο το ένα από το άλλο. Μέτρα το! Και το μετράω και πράγματι. Έχει μάτι γερό, πολύ γερό.

Έρχεται εδώ όταν δουλεύετε;

Κανέναν δεν θέλω μέσα εδώ. Μπορεί να είσαι εδώ, όπως κάθεσαι τώρα και να βλέπεις εμένα να δουλεύω, δεν με νοιάζει. Μη μου μιλάς! Δεν μπορώ να μου μιλήσεις και να γυρίσω να σου απαντήσω. Είμαι συγκεντρωμένος σε αυτό που κάνω.



Υπάρχει κάποια αφίσα που να σας άρεσε πιο πολύ από αυτές που έχετε φτιάξει;
Είναι πολλές! Στην τελευταία έκθεση που έκαναν ήταν 6 αφίσες με μέγεθος τρία μέτρα επί δυο η καθεμιά με θέματα από παλιές ταινίες. 5 ξένες και μία ελληνική, "Τα κόκκινα φανάρια". Ήταν πάρα πολύ ωραίες. Θα μου πεις πούλησες; Θα σου πω όχι, δεν πούλησα καμία. Γιατί όμως; Δεν μπορεί ο άλλος να πάρει τρία μέτρα μήκος επί δύο. Να το κάνει τι; Να το βάλει στο σπίτι του;

Στην συγκεκριμένη έκθεση είχε φτιάξει ένα πολύ ωραίο πορτρέτο της Ζέτας Μακρυπούλια κι ένα δικό του. Και πήγαν και ρώτησαν την υπεύθυνη γιατί αυτός ο πίνακας δεν έχει τιμή επάνω και πόσο πουλιέται. «Μα αυτός είναι ο ζωγράφος, δεν πουλάμε τον ζωγράφο,», απάντησε εκείνη. 

Άλλες εκθέσεις έχετε κάνει εκτός από αυτήν;

Πολλές!

Άρα ζωγραφίζετε κι άλλα πράγματα πέρα από τα κινηματογραφικά. Τι σας αρέσει πιο πολύ να ζωγραφίζετε;
Ναι, βέβαια. Τα πάντα μου αρέσει να ζωγραφίζω. Από λουλούδια μέχρι πρόσωπα.



Υπάρχει κάποιος ζωγράφος που σας αρέσει πολύ ή να εμπνέεστε από τα έργα του;
Να εμπνέομαι όχι, αλλά μου αρέσει ο Vincent van Gogh. Και για την πρωτότυπη δουλειά που έκανε αλλά και το τι πέρασε για να φτάσει εκεί που έφτασε. Αυτό μου λέει και οι γυναίκα μου «εσύ είσαι τυχερός και να λες δόξα το θεό, γιατί άλλοι πεθαίνουν πρώτα και μετά αναγνωρίζονται. Εσύ που αναγνωρίστηκες πριν πεθάνεις πρέπει να είσαι ευτυχισμένος»

Ξεκινάει να μου λέει ιστορίες για τα εγγόνια του. Γελάει και σηκώνεται για να μου δείξει μια ζωγραφιά στον τοίχο του ατελιέ. Είναι ένα έργο της μικρής από το νήπιο. «Μοντέρνα τέχνη», μου λέει. «Η μικρή έχει μεγάλη πλάκα. Είναι λες και δεν έχει βγει από την οικογένειά μας. Άγριο παιδί. Αυτή έπρεπε να ήταν αγόρι να την έκανα βοηθό μου.»

Σήμερα η «μικρή» του, η μεσαία από τα εγγόνια, είναι 31 ετών. Και μου περιγράφει μία ακόμα ιστορία από την παιδική της ηλικία. «Όλο μου έλεγε ‘παππού δείξε μου κανένα κόλπο’. Εγώ έχω και μαύρη ζώνη στο Ziu Zitsu. Και της έδειχνα. Και δώσ’του εκείνο, και δώσ’του το άλλο, και της έλεγα ότι πρώτα πρέπει να μάθεις άμυνα και μετά επίθεση. Μετά συνδυάζεις άμυνα, κόντρα, επίθεση στον αντίπαλο. Σιγά σιγά τα χώνεψε. Καμία φορά την έπαιρνα και στο γυμναστήριο. Ο γενικός γραμματέας, ένα γεροντάκι του συλλόγου μας είδε που κατεβαίναμε. «Καλώς τον Δημητρίου με την εγγόνα του.» Δεν πιστεύω, της λέει, κι εσύ να ξέρεις από πυγμαχίες και τέτοια πράγματα. Ξέρω, του λέει. Και της κάνει έτσι αυτός ότι θα τη χτυπήσει και τραβιέται πίσω αυτή ένα βήμα και δεν τη χτυπάει. Του λέω ξαναχτύπα την. Άντε ρε, μου λέει, είσαι χαζός, να χτυπήσω το μωρό. Χτύπα τη, του λέω, και να προσέχεις. Πάει να τη χτυπήσει. Του κάνει άμυνα. «Μπαπ» μια μπουνιά στο στομάχι, γιατί δεν τον έφτανε και παραπάνω, και ξεράθηκε. «Ρε, παρ’ το από εδώ το παιδί. Θα μας τρελάνετε η οικογένεια Δημητρίου».

Τους δίνεται συμβουλές όταν τους βλέπετε να ζωγραφίζουν; Τους μαθαίνετε πράγματα;
Ε, βέβαια! 

Παρόλα αυτά, μου εξηγεί ότι έχει πολύ συγκεκριμένη άποψη σε αυτό το κομμάτι. «Εγώ έχω την εντύπωση, κι έτσι έμαθα, ότι δεν πρέπει να σου δίνω πολλές συμβουλές. Για να βγάλεις τον εαυτό σου. Άμα σε καθοδηγώ εγώ, επειδή εγώ το κάνω έτσι να το κάνεις κι εσύ έτσι, θα γίνεις ένα αντίγραφο του Βασίλη Δημητρίου. Δεν λέει τίποτα αυτό. Ούτε στον ίδιο.»



Στη γειτονιά μας, στην Κυψέλη, είχαμε ένα ζωγράφο. Βάλιας Σεμερτζίδης. Μεγάλος ζωγράφος, Λευκορώσος. Αυτός, λοιπόν, έμενε κοντά στο σπίτι μας και καμία φορά που χρειαζόταν κάτι φώναζε. «Βασιλάκη, ρε συ, πήγαινε να μου πάρεις λίγο σαλάμι ας πούμε» Πήγαινα εγώ και του ψώνιζα ότι ήθελε. Μια μέρα μαζί με τα ψώνια του πήγα και σχέδια που είχα φτιαγμένα με μολύβι. Τα είδε αυτός και μου λέει «ποιος τα έφτιαξε αυτά;» Του λέω εγώ. Και μου λέει. «Σοβαρά; Μπράβο ρε Βασίλη και φτιάχνε, φτιάχνε». «Φτιάχνε, φτιάχνε αλλά δεν υπάρχουν λεφτά ούτε για χρώματα, ούτε για μπλοκ» του λέω. «Αυτά εγώ». Και μου έφερε τα μπλοκ και χρώματα και δούλευα. Θα ήμουνα 17 χρονών, 18. Πήγαινα τα απογεύματα, όταν είχα χρόνο και ήταν κι αυτός και ζωγράφιζε στο εργαστήριο και καθόμουν και τον κοίταγα αμίλητος. Την ώρα που ζωγράφιζε. Έτσι μαθαίνεις, όταν βλέπεις.
Μέσα όμως όταν μπήκα βρήκα άλλους τρεις ανθρώπους και ντράπηκα κι έκανα μεταβολή για να πάω να φύγω με το μπλοκ κάτω από την μασχάλη. «Πού πας; Έλα εδώ Βασίλη. Γιατί φεύγεις;»,μου λέει. Συγνώμη, λέω, αλλά έχετε κόσμο και θα είμαι εγώ μέσα στα πόδια σας. «Τι λες ρε παιδί μου; Εγώ θα έστελνα τώρα να σε φωνάξουνε. Θέλω να γνωρίσεις τους ανθρώπους. Από εδώ ο καθηγητής της Σχολής Καλών Τεχνών, τάδε, από εκεί ο άλλος». Μου λέει ο ένας «για να δούμε τι μαστορεύεις εδώ». Κι ανοίγουν το μπλοκ και κοιτάνε κι αυτοί κι ενθουσιάστηκαν. Έχεις τελειώσει, μου λένε, το γυμνάσιο; Όχι, λέω, γιατί με διώξανε από το σχολείο. Γιατί ήμουν λίγο ζόρικος και άτακτος. «Τι να το κάνεις το Γυμνάσιο; Να τον περάσετε σαν έκτακτο ταλέντο», είπε ένας από τους τρεις. Μίλησαν μεταξύ τους και είπαν «βεβαίως, να τον περάσουμε σαν έκτακτο ταλέντο». Και λέει ο Σεμερτζίδης: «Σας γελάσανε, δεν θα γίνει έτσι. Θα παραμείνει έτσι όπως είναι, μόνος του θα εξελιχθεί.» Του λένε «γιατί;». «Γιατί δεν θα αντέξει ούτε μια βδομάδα μέσα στη σχολή σας. Κάτι θα σπάσει, κανένα θρανίο. Κάτι θα γίνει, μια φασαρία και θα σηκωθεί να φύγει. Πριν φύγει και πριν γίνει κακός, να τον αφήσετε εδώ πέρα όπως είναι. Μόνος του θα γίνει αυτός ζωγράφος. Η βοήθεια που θα μπορούσατε να του κάνετε είναι να πείτε μια καλή κουβέντα σε κάποιον φίλο σας, να έρθει να δει κι αυτός τι φτιάχνει, να πουληθεί κάποιο του εργάκι. Ένα σχεδιάκι δικό του, για να μπορεί να νιώθει ότι κάτι κάνει.» Κι έτσι κι έγινε! Μου έφερναν πελατεία.

Οπότε είστε αυτοδίδακτος.
Ναι. Αν και, σου είπα, δεν υπάρχει αυτοδίδακτος. Όταν πας και βλέπεις τον Σεμερτζίδη να ζωγραφίζει και κάθεσαι με τις ώρες, δεν σπουδάζεις εκείνη την ώρα;

Πρέπει κάποιος να έχει ταλέντο ή να δουλευταράς;
Πρώτα ταλέντο πρέπει να έχει. Άμα δεν έχει ταλέντο όσο και δουλευταράς να είναι, δεν θα πετύχει σίγουρα. Εγώ έτσι το νιώθω.



Όλα αυτά τα χρόνια που ταξιδεύατε στο εξωτερικό. Σκεφτήκατε ποτέ να μείνετε έξω να εξελίξετε το ταλέντο σας;

Ναι, με ένα φίλο μου. Ζωγράφος κι αυτός. Θέλαμε να πάμε στο Παρίσι και να ζήσουμε στην Μονμάρτη. Σαν τους παλιούς ζωγράφους. Ψωνάρες! Η μάνα του με πολλά λεφτά κι όταν της το είπαμε μας κυνήγησε. «θα πάτε να γίνεται αλήτες στην Μονμάρτη. Θα πεθάνετε εκεί πέρα…»
Ήμουν 22 χρονών. Εγώ δεν φοβόμουν να πάω έξω. Και του έλεγα του Γιώργου: «Ρε συ άμα πεινάσουμε, κάτι θα κάνουμε. Δεν θα κάτσουμε έτσι με τα χέρια σταυρωμένα και να φτιάχνουμε μόνο πίνακες. Εσύ κάτσε και φτιάχνε πίνακες. Εγώ θα πάω να βρω δουλειά κινηματογραφική, που την ξέρω και θα δουλέψω εκεί πέρα και θα βγάζουμε το μεροκάματο.» Αλλά η μάνα του δεν μας άφησε. Για καλό μας δηλαδή γιατί ποιος ξέρει τι ρεμάλια θα είχαμε γίνει.

Δεν επιδιώκετε την προβολή σας. Δεν θα θέλατε να σας γνωρίσει περισσότερος κόσμος;
Δεν με απασχολεί. Αρκετά έχουν πει για μένα. Νιώθω ικανοποιημένος από την αναγνώριση. Όταν είσαι στο Αθήναιον και πίσω σου, πολλές φορές, είναι 10 άτομα και περιμένουν να σηκωθεί η αφίσα για να κάνουν το σχόλιό τους ή να έρθουν να σου που συγχαρητήρια, δεν νομίζω ότι υπάρχει καλύτερος έπαινος. Πρέπει να είναι ο άλλος καθηγητής της Σχολής Καλών Τεχνών για να σου πει συγχαρητήρια;
Έρχεται ένα παλικαράκι, καμιά 20αρια χρονών, με μία μεγάλη φωτογραφία μου και μου λέει «Σας παρακαλώ πάρα πολύ κύριε Δημητρίου, μπορείτε να μου την υπογράψετε;» Πήγα να βάλω τα κλάματα. Ναι αγόρι μου, του λέω, θα στην υπογράψω. Και του την υπογράφω. Τον ρώτησα που βρήκε τι φωτογραφία και μου είπε από το ίντερνετ. «Είσαι φανατικός του Βασίλη Δημητρίου;» «Από 11 χρονών», μου λέει. Ήταν Αμπελοκηπιώτης αυτός κι έβλεπε τις αφίσες. Εγώ το «Αθήναιον» το κάνω 30 χρόνια.



Έχετε περάσει περίοδο που να μην έχετε δουλειά;
Ποτέ στη ζωή μου! Αφού απορούσα που λέγανε «βρε τον καημένο, αυτός είναι άνεργος».

Η ζωγραφική, στην εποχή που μεγάλωσε εκείνος, δεν θεωρούνταν κανονική δουλειά. Οι δικοί σας δεν αντέδρασαν όταν τους είπατε ότι θα γίνεται ζωγράφος;
Μάχη μεγάλη. Μου έλεγε η μάνα μου:«Ζωγράφος; Θα πεθάνεις στην ψάθα. Που όλοι γίνονται αδερφές οι ζωγράφοι…» Να μου λέει, να μου λέει… Είχα τον αδερφό μου τον συγχωρεμένο που έφερνε την ισορροπία. Η μάνα μου ήταν Ηπειρώτισσα, τσαούσα γυναίκα. Εγώ άγριο παιδί κι ο Γιάννης ήταν πράος και ήσυχος. Αυτός έφερνε την ισορροπία μέσα στο σπίτι. Μεγαλύτερος 4 χρόνια. Και της έλεγε: «Ρε συ μάνα, μη φωνάζεις και μη λες όλα αυτά που λες στον Βασίλη. Αφού τον ξέρεις τον Βασίλη. Είπε ότι θα γίνει ζωγράφος. Διάλεξε αυτό που θέλει να κάνει στη ζωή του. Όσο και να φωνάζεις, αυτός θα γίνει ζωγράφος. Ασ’ τον λοιπόν! Σταύρωσέ τον και πες του ‘άντε παιδάκι μου να γίνεις ζωγράφος’ και τελειώνει η ιστορία». Ε, το σκέφτηκε και η μάνα μου και είπε ότι έχει δίκιο.

Όταν είδε ότι καταφέρνετε πράγματα σας είπε «μπράβο»;
Η μάνα μου; Η μάνα μου ήθελε να γίνω χασάπης. «Να τρώνε τα παιδιά σου ένα κομμάτι κρέας», μου έλεγε. Τότε, ήταν δύσκολες οι εποχές.
Δεν ήταν καλλιτεχνικός τύπος. Μια γυναίκα από το χωριό, από την Ήπειρο, πάνω από το βουνό. Πού να ξέρει εκείνη από ζωγραφική και τι θα πει ταλέντο;
Ήταν όμως από τα καλύτερα μοντέλα μου. Έχω ένα έργο φτιαγμένο, εκεί στα 17 θα ήμουν, ένα πορτρέτο της.

Είναι πάντως πολύ ωραίο μήνυμα αυτό, ότι όποιος θέλει κάτι και του αρέσει πολύ, τελικά τα καταφέρνει. «Ναι, τα καταφέρνει!» μου επιβεβαιώνει. Και είναι αυτό που θέλω να κρατήσω –και να κρατήσεις κι εσύ- από αυτή τη συνάντηση μου με τον κύριο Βασίλη.            



Ο ζωγράφος μας περιγράφει την σημαντικότερη ιστορία του
Ήμουν 15 χρονών. Στην Κυψέλη που γεννήθηκα και ζούσα. Στην Βελβενδούς έμενα. Από τη μία μεριά ήταν σπίτια, ένα πεζοδρόμιο και μετά ένα ρέμα. Έβγαινες από την πόρτα και έπεφτες στο ρέμα. (γέλια) Παρακάτω ήταν ένας κινηματογράφος, το «Αττικόν». Για αυτόν γράφτηκε και το τραγούδι «Τα θερινά σινεμά» του Κηλαηδόνη. Γέννημα θρέμα Κυψελιώτης κι έμενε λίγο πιο κάτω από μένα.
Στο «Αττικόν», λοιπόν, θέλαμε να δούμε ταινίες. Πώς θα βλέπαμε όμως αφού δεν είχαμε λεφτά να πληρώσουμε; Σκαρφαλώναμε σε κάτι δέντρα που ήταν στο πλάι στη μάντρα του κινηματογράφου και βλέπαμε από τα δέντρα το έργο. Εκεί, ήταν ένας θυρωρός που μας κυνηγούσε. Περισσότερο για να μην πέσει κανένας από εκεί και γίνει καμιά ζημιά. Ήταν καλός άνθρωπος αλλά τις βιτσιές τις έδινε.
Μια μέρα λοιπόν έπεσε το λαχείο σε εμένα να φάω βιτσιές. Εγώ όμως ήμουν παλικάρι. Αντί να πηδήξω κάτω από το δέντρο και να φύγω, πήδηξα μέσα στο σινεμά και είδα και το έργο. Όταν άναψαν τα φώτα με πιάσανε. Με αρπάζουν και μου λέει αυτός: «Έλα εδώ ρε. Γιατί το κάνετε αυτό και κρέμεστε από τα δέντρα; Θα σκοτωθείτε καμιά μέρα. Να έρχεστε το απόγευμα, κατά τις 6, να κάνετε δουλειές που χρειαζόμαστε. Να ποτίζετε, να κουβαλάτε τον πάγκο και τις γκαζόζες και να βλέπετε μετά το έργο άνετα και με την ησυχία σας.» Και κόλλησα εκεί! Όταν τελείωνα, λοιπόν, πιο μπροστά τη δουλειά πήγαινα στις φωτογραφίες και προσπαθούσα να ζωγραφίσω τον πρωταγωνιστή πάνω σε χαρτί. Προσπαθούσα, δεν το έφτιαχνα τέλεια. Με είδε, που σχεδίαζα, αυτός που με είχε μαλώσει και μου λέει «Ρε συ, έχεις ταλέντο! Πρέπει να γίνεις ζωγράφος». Κι εγώ το θέλω, του λέω, αλλά πώς θα γίνει; Θα σε πάω εγώ αύριο, μου λέει, σε ένα ζωγράφο να συμφωνήσετε να δουλέψεις εκεί πέρα. Έφτιαχνε γιγαντοαφίσες. Καλός άνθρωπος, μέτριος ζωγράφος. Είχε όμως ένα κακό ελάττωμα. Ήταν αθυρόστομος. Με το παραμικρό κατέβαζε… τι να σου πω! Εγώ δεν βρίζω από τη φύση μου και ούτε μικρός που ήμουνα που όλα τα παιδάκια λένε, εγώ δεν έλεγα. Ένα, δύο μήνες και πάω στη μάνα μου και της λέω «μάνα, θα σταματήσω τη δουλειά». Γιατί παιδάκι μου, μού λέει, τι σου έκανε; Δεν μου έκανε τίποτα, είναι ο καλύτερος άνθρωπος αλλά βρίζει. «Ωχ, στη χειρότερη περίπτωση», μου λέει. Με ξέρανε στο σπίτι. Και σταμάτησα. Ο ίδιος όμως, που με είχε πάει σε αυτόν, με πήγε σε έναν άλλον. Τον Βικέντιο Μπέγκνερ. Αυτός ήταν μουρλός. Ήταν 25 κι εγώ 15, αλλά ήταν ένα παιδί κύριος. Μου έλεγε «Βασιλάκη, σε παρακαλώ, μου δίνεις το μαύρο χρώμα;» Και του έλεγα εγώ: «Μα κύριε Νίνο –ήταν το χαϊδευτικό του- γιατί μου λέτε όλα αυτά για να σας φέρω ένα κουτί χρώμα; Πες μου πιάσε το μαύρο, να στο δώσω αμέσως, να ξεμπερδεύουμε. Όχι, μου έλεγε, έτσι θα μιλάς κι εσύ. Και μιλάγαμε έτσι. Μας άκουγες και έλεγες πού βρίσκομαι.
Έζησα 9 χρόνια μαζί του. Εκεί εξελίχθηκα. Όταν ήρθε η ώρα να πάω φαντάρος, είχαμε πει ότι αφού γυρίσω θα δουλέψουμε μαζί σαν συνεταίροι. Στο εντωμεταξύ παντρεύτηκε αυτός κι όταν της είπε πως όταν γυρίσει ο Βασίλης θα κάνουμε συνεργασία, αυτή αντέδρασε. «Τον Βασιλάκη που τον έχεις από μικρό παιδί, θα τον κάνεις συνεταίρο;» «Μα ο Βασίλης είναι καλλιτέχνης, θα αναπτύξουμε τη δουλειά, θα κάνουμε ζωγραφικές αφίσες σε μεγάλους κινηματογράφους». Τίποτα αυτή. Φωνή και φασαρία η κυρία Καίτη. Απολύομαι και επιστρέφω. Περνάει μια βδομάδα, περνάνε δυο βδομάδες και τίποτα. Και του είπα «θα κάνουμε αυτό που είπαμε, τη συνεργασία;» Μου λέει, όχι ρε Βασίλη γιατί η Καίτη δεν θέλει και τα λοιπά. Του λέω εντάξει, αυτό ήθελα να μάθω. Εγώ μέχρι το Σάββατο θα δουλέψω. Τη Δευτέρα θα φύγω οπότε κανόνισε για βοηθό. Πράγματι, τη Δευτέρα έφυγα και άνοιξα δικό μου μαγαζί. Μόλις έμαθαν ότι ο Βασίλης έκανε δικό του εργαστήριο, ερχόντουσαν πελάτες του Νίνου σε εμένα. Κι εγώ δεν ήθελα. Έλεγα αυτή την αφίσα που θέλεις εσύ τη φτιάχνει ο Νίνος, πώς θα τη φτιάξω εγώ. Δεν μπορώ να τη φτιάξω εγώ, ντρέπομαι. Όχι και τι σημασία έχει αυτό και το ένα και το άλλο.
Έκανα μια συνεργασία με 6-7 κινηματογράφους κι έφτιαξα ένα ωραίο ατελιέ στου Γκύζη όπου και έμεινα πολλά χρόνια. Με έμαθε μετά όλη η Ελλάδα.

By TLIFE


28.4.15

Κάτια Ζυγούλη: "Δεν ήξερα από την αρχή αν θα κάνω οικογένεια μαζί του αλλά κατάλαβα ότι ο Σάκης θα είναι μεγάλο σχολείο"

«Πίσω από κάθε σπουδαίο άντρα κρύβεται μία ακόμα πιο σπουδαία γυναίκα». Χρησιμοποιώντας αυτή και μόνο τη φράση απαλλάσσομαι από κάθε ανάγκη να πω πολλά για την Κάτια Ζυγούλη. Όχι γιατί δεν έχω να πω, αλλά γιατί όλα αυτά τα χρόνια η πορεία της, μιλάει από μόνη της. 

Έκανε μια λαμπρή πορεία στο χώρο της μόδας, έχοντας περπατήσει στις πασαρέλες του εξωτερικού για διεθνείς οίκους και έχοντας ποζάρει για μεγάλες καμπάνιες. Έπειτα, γνώρισε τον Σάκη Ρουβά και αποφάσισε να τα αφήσει όλα για να ζήσει, με τον δικό της τρόπο, την οικογενειακή ευτυχία και να μεγαλώσει τα παιδιά της. 

Σήμερα, πιο ώριμη και κατασταλαγμένη, μητέρα τριών παιδιών, επιστρέφει να διεκδικήσει αυτό το κομμάτι που θα την ολοκληρώσει σαν άνθρωπο. Το TLIFE τη συνάντησε λίγες μόνο ώρες πριν από το Madwalk και μας μίλησε για όλα!



Δυναμική επιστροφή με το Madwalk! Το να πεις “ναι” σε μία τέτοια πρόταση είχε να κάνει με το ότι έχει σχέση με τη μόδα, που αγαπάς και σου αρέσει, ή με το γεγονός ότι είχε φτάσει απλά η χρονική στιγμή για να επιστρέψεις επαγγελματικά;
Ξεκίνησε πρώτα η ανάγκη, ήρθε η απόφαση από μέσα μου να επιστρέψω στη δουλειά και μία που το αποφάσισα και “τσουπ” ήρθε η πρόταση για το Madwalk. Οπότε τι καλύτερο αφού μιλάμε για μόδα και μουσική. Τι πιο όμορφο και τι πιο μέσα στη δική μου πραγματικότητα!

Οπότε δεν το φοβήθηκες.
Το φοβήθηκα, ναι. Το φοβήθηκα από την άποψη ότι δεν το έχω ξανακάνει. Η παρουσίαση είναι μία ευθύνη γιατί από πίσω υπάρχουν όλοι αυτοί οι άνθρωποι που δουλεύουν για το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα, οπότε ο παρουσιαστής είναι αυτός που ή θα το απογειώσει ή που θα το κάνει να πατώσει. Αλλά είπα, γιατί όχι; Είναι μεγάλη πρόκληση να το κάνεις αυτό. Για μένα ήταν τουλάχιστον και δεν το μετανιώνω. Είμαι πολύ ενθουσιασμένη με όλο αυτό που ήδη συμβαίνει. Την Τετάρτη πιστεύω θα το ευχαριστηθώ πάρα πολύ, αφού ξεπεράσω το αρχικό άγχος.

Θα ήταν η επόμενη ερώτησή μου, αν έχεις άγχος.
Έχω άγχος. Θα προσπαθήσω να το μετατρέψω σε ενθουσιασμό και εύχομαι να τα πάω όσο καλά θέλω εγώ να τα καταφέρω. Για τον εαυτό μου αρχικά. 

Μπαίνοντας σε αυτή τη διαδικασία, έχει αρχίσει να σου αρέσει η παρουσίαση; Γιατί πολλοί βλέπουν στο πρόσωπό κι ένα μελλοντικό σχετικό βήμα. 
Δεν το έχω ζήσει ακόμα. Ακόμα είμαι στην προετοιμασία. Η προετοιμασία είναι πάρα πολύ ωραία, πολύπλευρη. Μου αρέσει όλη αυτή η τριβή με τόσο διαφορετικούς ανθρώπους, διότι κάνω συνεχώς διαφορετικά πράγματα. Την παρουσίαση όμως, την ανταλλαγή ενέργειας με το κοινό, τη δική μου ενέργεια, το πώς θα το διαχειριστώ και πώς θα το βιώσω, δεν τα έχω ζήσει ακόμα. Οπότε δεν μπορώ να απαντήσω σε αυτό ακόμα. 

Άρα δεν είναι κάτι που σου έχει προκύψει σαν επιθυμία. Αν ερχόταν για παράδειγμα μία πρόταση για κάποια εκπομπή;
Θέλω να δω πώς θα το νιώσω την Τετάρτη, πραγματικά.

Δεν το αποκλείεις όμως.
Δεν ξέρω. Μπορεί και να είναι εθιστικό. Μπορεί να είναι super καταπληκτικό και να θέλω να το ξαναζήσω.

Καταλαβαίνω λοιπόν ότι σίγουρα δεν είναι στα άμεσα σχέδια σου. Γιατί ξέρω ότι κάτι νέο ετοιμάζεις για τη συνέχεια...
Ναι ετοιμάζω κάτι αλλά δεν είναι ακόμα έτοιμο. Θέλω πρώτα να το στήσουμε και μετά θα επικοινωνηθεί. 

Σε αυτή την διαδικασία της επαγγελματικής επιστροφής που περνάς αρκετό χρόνο μακριά από τα παιδιά σου, σου δημιουργούνται ενοχές; Έχεις μεγαλύτερο άγχος που μένουν τόσες ώρες χωρίς εσένα;
Όχι. Αυτή η απόφαση έφτασε σε μία στιγμή που ένιωσα ότι και τα παιδιά είναι σε μία φάση που μπορούμε να επικοινωνήσουμε τα βασικά μας θέματα και να τα λύσουμε. Γιατί πλέον όλα επικοινωνούν. Επίσης, υπάρχει "υποστηρικτική ομάδα" στο σπίτι. Πίστεψέ με, τα παιδιά περνάνε πολύ καλύτερα με τους παππούδες από όσο θα περνούσαν με εμένα και είναι πολύ χαρούμενα. Άλλωστε δεν είναι και μεγάλο χρονικό διάστημα, θα τελειώσει αυτό την Τετάρτη.

Η καθημερινότητά σου με τα παιδιά πώς είναι; Πώς είναι μια συνηθισμένη μέρα για την Κάτια Ζυγούλη σαν μαμά;
Κρατάμε το πρόγραμμα ευλαβικά. Τα παιδιά ξυπνάνε το πρωί και πηγαίνουν στο σχολείο τους. Όλα, μικρά και μεγάλα. Όλα σπουδάζουν! (γέλια) Θα γυρίσουν το μεσημέρι και τα μικρά κοιμούνται, ενώ η μεγαλύτερη διαβάζει. Και κάθε μέρα έχουμε μια δραστηριότητα, μια βόλτα. Αυτό είναι το πρόγραμμα. Η πραγματικότητα είναι ότι η ζωή με τα παιδιά είναι γεμάτη φωνούλες, γελάκια, γκρίνιες, απαιτήσεις... Απαιτούν το 110% της ενέργειάς σου και της προσοχής σου κι αυτό επί 3. Μιλάμε για το 330% από ό,τι έχεις και δεν έχεις. (γέλια) Είναι στιγμές που λες “πόσο ευλογημένη είμαι” και είναι στιγμές που λες “Παναγία μου, να πάρω 5 λεπτά για τον εαυτό μου”. 



Το φανταζόσουν όλο αυτό; Ήθελες βασικά να κάνεις οικογένεια;
Το φανταζόμουν ότι κάποια στιγμή, ίσως να κάνω οικογένεια. Δεν φανταζόμουν τόσο μεγάλη οικογένεια. Παρόλα αυτά πιστεύω ότι ο αριθμός που βρισκόμαστε αυτή τη στιγμή είναι ιδανικός, τα τρία παιδιά. Είμαστε μια μεγάλη παρέα.

Μα, εμείς περιμένουμε κι άλλο!
(γελάει) Καλά, όλοι περιμένουν κι άλλο αλλά είμαι πολύ ευτυχισμένη με αυτό που μου συμβαίνει. Πραγματικά είναι μια μεγάλη παρέα. Είναι το σπίτι γεμάτο ανθρώπους, χαρές, γεμάτο ενέργεια. Δεν θα ήθελα να φανταστώ να ζούσα τώρα σε ένα άλλο σπίτι, με εμένα και τα δικά μου θέματα μόνο. Όλα σου φαίνονται λιγότερο σημαντικά. Αυτά που σε απασχολούσαν παλαιότερα, τώρα βλέπεις ότι δεν έχουν καμία σημασία. Φεύγεις από τον μικρόκοσμό σου. Απομυθοποιείς πράγματα, τα απλοποιείς. Νομίζω ότι, αν το ζήσεις όμορφα, είναι πολύ μεγάλο μάθημα η μητρότητα.

Σε ενοχλεί που μερικές φορές, τα media κυρίως και λιγότερο ο κόσμος, μπαίνουν τόσο πολύ στη ζωή σου; Είτε λόγω του Σάκη είτε γιατί κι εσύ είσαι ένα από τα πρόσωπα που ενδιαφέρουν πολύ.
Όχι, δεν με ενοχλεί. Παλιότερα λίγο με ενοχλούσε γιατί δεν ήμουν τόσο συνηθισμένη. Τώρα, πραγματικά, δεν με ενοχλεί. 

Ακόμα και το θέμα του γάμου σας, ας πούμε, βλέπεις ότι το συζητάνε όλοι. Όπου κι αν πας θα σε ρωτήσουν, Κι εγώ θα σε ρωτήσω.
Εγώ θέλω να τα βλέπω θετικά τα πράγματα. Για να αναρωτιούνται και να ανυπομονούν οι άνθρωποι, προφανώς, το κάνουν γιατί, κατά κάποιον τρόπο, υπάρχει μία αγάπη. Ένα είδος αγάπης. Το θεωρούν χαρά αυτό το πράγμα και ανυπομονούν γι' αυτό. Δεν μπορώ να δώσω άλλη εξήγηση γιατί μπορεί να τους νοιάζει τόσο πολύ αν θα γίνει γάμος ή όχι. (γέλια)

Ήταν ίσως κι αυτός ένας λόγος που δεν έλεγες το “ναι”; Το γεγονός ότι θα πέσει πολύ προβολή πάνω σου;
Όχι. Για μένα ο γάμος είναι καθαρά θέμα του ζευγαριού.

Ο Σάκης είπε θα γίνει σύντομα. Είσαι σε φάση που ψάχνεις νυφικό;
Όχι, όχι! (γέλια) Αυτά γίνονται πάντα τελευταία στιγμή. Αυτή η διαδικασία με αγχώνει εμένα οπότε δεν θα ασχοληθώ πολύ με αυτό.



Σε πρόσφατη συνέντευξή του (ο Σάκης) είπε ότι αυτό που αγαπάει σε εσένα είναι ότι ζει τη σχέση νιώθοντας ελεύθερος
Αλήθεια είναι αυτό!

Επίσης, είπε ότι από την πρώτη στιγμή ένιωσε ότι είσαι ένας άνθρωπος με τον οποίο μπορεί να ζήσει μαζί του. Ένιωσες κι εσύ το ίδιο από την αρχή;
Σίγουρα γνωρίζοντας τον Σάκη καλύτερα, πέρα από αυτό που έβλεπα σαν εικόνα, κατάλαβα ότι είναι ένας άνθρωπος με τον οποίο θα υπάρξει εξέλιξη γενικότερα. Και σε προσωπικό επίπεδο και επαγγελματικά και συναισθηματικά υπάρχει πάντα δουλειά να γίνει και στόχοι να υλοποιηθούν. Από όλες τις απόψεις. Οπότε δεν ήταν κάτι που πήρα αψήφιστα, την ενέργεια αυτή του Σάκη. Στην πρώτη μας περίοδο, το κατάλαβα. Δεν ήξερα αν θα ζήσω ή αν θα κάνω οικογένεια μαζί του αλλά σίγουρα κατάλαβα ότι ο Σάκης θα είναι μεγάλο σχολείο. Και είναι! 

Η ανάγκη του για συνεχή εξέλιξη, που συνεχώς κάνει κάτι άλλο και κάνει μια υπέρβαση, σου δημιουργεί κι εσένα την ανάγκη να ξεπεράσεις τον εαυτό σου;
Όχι, γιατί άμα ακολουθήσω τους ρυθμούς του θα τρελαθώ. (γέλια) Δεν μπορείς να τρέξει στους ίδιους ρυθμούς. Είναι που ζεις διαφορετικά τα πράγματα. Ζεις τα ίδια, από διαφορετική πλευρά. Όταν εγώ λόγω μητρότητας σταμάτησα τη δουλειά μου, στον Σάκη συνέβη ακριβώς το αντίθετο. Εκτοξεύτηκε το επαγγελματικό του κομμάτι. Ήταν σαν να του χαρίστηκε ένα καινούργιο φως, μια καινούργια δύναμη, ένα καινούριο πεδίο. Κι από μέσα του κι από γύρω γύρω. Εκεί πέρα έπρεπε λίγο να διαχωριστούν τα πράγματα. Οπότε δεν θα μπορούσα να ακολουθήσω και ούτε αυτός θα μπορούσε να ακολουθήσει αυτό που εγώ επέλεξα να κάνω. Το παν είναι μια σωστή επικοινωνία. Να επικοινωνείς αυτά που θέλεις κι αυτά που έχεις ανάγκη να τα λες και μαζί να αποφασίζετε ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος να διαχειριστείτε την καινούργια κατάσταση. 

Έχετε όμως κοινό το ότι κι εσύ έχεις ανάγκη να εξελίσσεσαι. Διάβασε σε πρόσφατη συνέντευξή σου που έλεγες ότι διαβάζεις βιβλία τονίζοντας ότι τα μοντέλα δεν είναι αυτό που νομίζουν.
Διάβαζα! Τώρα δε έχω χρόνο. (γέλια) Για χιούμορ το είπα αυτό γιατί όλοι λένε ότι το μοντέλο κάθεται απλά πίσω από το φακό. Επειδή τότε που δούλευα εγώ δεν υπήρχαν ούτε τα smartphones ούτε τα ipads η μόνη μας παρέα ήταν το βιβλίο. Οι ώρες μοναξιάς είναι άπειρες, μιλάμε για ταξίδια στην άλλη άκρη του κόσμου δυο φορές την εβδομάδα, τι άλλο να κάνεις. Διάβαζα, ναι! 

Ήταν ένα σχολείο όλη αυτή η εποχή; Ήταν λίγο “αλητεία” η ζωή σου; Ήσουν συνεχώς από πόλη σε πόλη, γνώριζες άλλους ανθρώπους, έμπαινες συνεχώς σε μία διαδικασία προσαρμογής...
Ήταν μεγάλο σχολείο. Αλητεία δεν ήταν γιατί δεν μπορούσα να είμαι πολύ χαλαρή. Αυτό που πάντα με βοήθησε ήταν ότι ήθελα να είμαι επαγγελματίας, που σημαίνει ήμουν στρατιώτης. Θα ταξίδευα πάρα πολλές ώρες, θα έπρεπε να ξεκουραστώ, να είμαι πανέτοιμη την επόμενη μέρα στη δουλειά γιατί η εμφάνισή είναι το νούμερο 1. Από εκεί και πέρα να ανταπεξέλθεις, να μάθεις πώς λειτουργεί κάθε ένας πελάτης από διαφορετική χώρα και κουλτούρα, αυτό ήταν το μεγαλύτερο σχολείο. Άλλο είναι να δουλεύεις με Γερμανό, που είσαι ένα κυριολεκτικά ρομπότ, άλλο να δουλεύεις με Αμερικάνους, να δουλεύεις με Ιταλούς, που το ταπεραμέντο τους είναι πιο κοντά σε εμάς. Οι Έλληνες είναι μια άλλη ιστορία που μόνο fun έχει. Όλο αυτό ήταν μεγάλο σχολείο και πάρα, πάρα πολύ ενδιαφέρον. Καταλαβαίνεις και προσαρμόζεσαι στους τρόπους λειτουργίας του κάθε ανθρώπου. 

Έχοντας ζήσει όλα αυτά και έχοντας ταξιδέψει σε όλο τον κόσμο, πιστεύεις ότι θα μπορούσες να ζήσεις έξω; Αν σου έλεγε, για παράδειγμα, ο Σάκης “πάμε να μείνουμε για πάντα στην Αμερική” θα σου άρεσε;
Θα μου άρεσε αλλά θα μου έλειπε τρομερά η Ελλάδα. Το ζήσαμε αυτό. Το κάναμε, επί 3,5 χρόνια ήμασταν στην Αμερική αλλά μας έλειπε πάρα πολύ η Ελλάδα. Με κάθε ευκαιρία γυρνούσαμε πίσω μέχρι που προέκυψε το μωρό. 



Κλείνοντας, θέλω να σε ρωτήσω για την ενασχόλησή σου με τα social media. Είδαμε ότι από την πρώτη στιγμή που σε “καλωσόρισε” ο Σάκης στο instagram απέκτησες χιλιάδες followers. Πώς το βιώνεις όλο αυτό;
Μου αρέσει πάρα πολύ αυτό. Δεν είμαι πολύ της τεχνολογίας απλά μου αρέσει να βλέπω την ανταπόκριση του κόσμου. Μου αρέσει που υπάρχει αυτή η ευκαιρία να μοιραστείς πράγματα καθημερινά, με όποιον ενδιαφέρεται να τα δει. Μου αρέσει να βλέπω εγώ τι κάνουν οι φίλοι μου. Βρίσκω ανθρώπους που είχα να τους δω χρόνια. Έχει την πλάκα του αλλά κι αυτό θέλει το μέτρο του! 

By TLIFE

22.4.15

Να μιλάς ή να μη μιλάς;

Πάντα πίστευα ότι το να μιλάς σε βοηθάει να αδειάσεις το μυαλό σου. Φεύγουν οι αρνητικές σκέψεις και με ένα μαγικό τρόπο ηρεμεί η ψυχή σου. Να μιλάς όμως για αυτά που σε νοιάζουν, σε αυτούς που σε νοιάζονται.

Δεν γίνεται να κυκλοφορείς σαν την τρελή και να πιάνεις τους περαστικούς να μοιραστείς τον πόνο σου. Γίνεται βασικά, αλλά δεν είναι αποτελεσματικό. Η διαδικασία του να ανοίγεις την ψυχή σου και να μοιράζεσαι πράγματα είναι αμφίδρομη. Γιατί την ίδια ώρα, ο άνθρωπος που έχεις βάλει στη θέση του ακροατή γίνεται μέρος της ζωής σου. Γι’ αυτό οι φίλοι είναι σημαντικοί και τους επιλέγουμε με συγκεκριμένα κριτήρια. Γι’ αυτό η εμπιστοσύνη είναι σημαντική. Γι’ αυτό και τα δύο τα βρίσκουμε σε μικρά νούμερα.

Το να κερδίσει κάποιος την εμπιστοσύνη σου ή εσύ τη δική του είναι δύσκολο. Απαιτεί χρόνο και ενέργεια και απαιτεί μια συναναστροφή και μια ανταλλαγή σκέψεων, συναισθημάτων και πράξεων. Το κλειδί είναι να σου δείξει ότι σε νοιάζεται. Να στο δείξει, όχι να στο πει. Από εκεί και έπειτα, για μένα, ξεκινάει ένα ταξίδι χωρίς επιστροφή. Αν εμπιστευτώ κάποιον, επειδή το έχω επιλέξει, το κάνω τυφλά. Χωρίς δεύτερες σκέψεις, χωρίς φιλτράρισμα, χωρίς δόλο.

Είναι ωραίο πράγμα να ξέρεις ότι, no matter what, υπάρχει κάποιος που έχεις «κερδίσει» και σε «υπερασπίζεται» χωρίς την να είναι απαραίτητη η παρουσία σου. Σου κάνει support και το βρίσκεις μπροστά σου σε ανύποπτη στιγμή. Είναι ωραίο να μην χρειάζεται να καταπιέζεις τα συναισθήματά σου και να λες όλα αυτά που σκέφτεσαι ελεύθερα και ακατάπαυστα. Γιατί αυτός που εμπιστεύεσαι δεν θα σε πουλήσει. Στον ιδανικό κόσμο που έχω φτιάξει στο μυαλό μου.

Θα μου πεις, δεν την έχεις πατήσει ποτέ; Φυσικά και την έχω πατήσει. Την πατάω ακόμα. Απογοητεύομαι. Καμιά φορά κλαίω. Την επόμενη φορά όμως, ξέρω καλύτερα. Θα την ξαναπατήσω σίγουρα. Γιατί έτσι είναι η ζωή. Έτσι είναι οι άνθρωποι.

Υπάρχουν άνθρωποι που δεν αξίζουν όλη αυτή την ενέργεια και τον χρόνο σου. Γιατί δεν έχουν εκτιμήσει το ρόλο σου. Γιατί δεν σου έχουν δώσει χώρο στη ζωή τους. Γιατί δεν σου μιλούν για όλα αυτά που εσύ μιλάς. Γιατί μιλάς σε ανθρώπους που δεν σε νοιάζονται. Και όταν κάποια στιγμή καταλάβεις κι εσύ –πάντα συμβαίνει κάποια στιγμή- ότι δεν αξίζουν τόσο, ακούς αυτό το μικρό «κρακ».



Σημασία έχει όμως αυτό το «κρακ» που γίνεται κάθε φορά μέσα σου να το επουλώνεις. Να μην μένεις μισός και με κενά μέσα σου. Σημασία έχει να συνεχίζεις και να μιλάς. Ή να γράφεις! Γιατί κι αυτό είναι ένας τρόπος έκφρασης και εκτόνωσης.

Οι σκέψεις σου παίρνουν σάρκα και οστά μέσα από τις λέξεις. Γίνονται εικόνα και τις βλέπεις μπροστά σου. Στη συνέχεια αποφασίζεις αν σου αρέσει ή όχι αυτή η εικόνα και τι θα αλλάξεις.

17.4.15

Αδιαφορώ!

Για σένα που δεν δίνεις σημασία στις ανάγκες μου. Που λες ότι με αγαπάς και παρόλα αυτά, τα μεγάλα λόγια σου δεν εξαργυρώνονται ποτέ σε πράξεις. Που δεν κάνεις την παραμικρή προσπάθεια να καλύψεις έστω και ένα μικρό ποσοστό από τα κενά μου. Όχι ότι έχεις υποχρέωση αλλά να, επειδή λες ότι με αγαπάς. 
 
Για σένα που με χρησιμοποιείς. Που παίζεις τα παιχνίδια σου ενώ θα μπορούσες απλά να συνεργαστείς και να συμπλεύσεις μαζί μου. Που βάζεις το συμφέρον σου πάνω από την ανθρώπινη επαφή. Κάνεις τη δουλειά σου και αδιαφορείς για το τι μένει στο τέλος. Ε, αδιαφορώ κι εγώ!

Για σένα που με κάνεις να φαίνομαι κομπλεξική. Που προσπαθήσεις να μηδενίσεις τα πιστεύω μου με τις δικές σου ηλίθιες απόψεις. Που νομίζεις ότι είσαι ότι καλύτερο έχει βγάλει αυτός ο πλανήτης και πως ότι κάνεις είναι το σωστό. Σου έχω νέα! Δεν είσαι τόσο γαμάτος!

Για σένα που δεν σέβεσαι τα αισθήματά μου. Που δεν προσπαθείς καν να μπεις για μια στιγμή στη θέση μου και να με καταλάβεις. Που δεν σε νοιάζει αν έχω θυμώσει, αν έχω στεναχωρηθεί, αν έχω πειραχτεί με κάτι. Που με έχεις και λίγο δεδομένη και δεν μπαίνεις ούτε στη διαδικασία να μου εξηγήσεις κάποια πράγματα. 
 
Για σένα που ζητάς μόνο να παίρνεις κι έχω κάνει το “δεν πειράζει” καραμέλα. Ξέρεις κάτι; Πειράζει! Για να πάρεις πρέπει και να δώσεις. Κι εγώ, δεν έχω άλλο. Δώσαμε!

Για σένα που υπογραμμίζεις τις ανασφάλειές μου. Που ψάχνεις να βρεις το αρνητικό σε ότι θα κάνω, θα πω ή θα νιώσω. Τα δικά σου κόμπλεξ κράτα τα για τον εαυτό σου. 
 
Για σένα που εκμεταλλεύεσαι τη θέση εξουσίας. Που κάνεις ότι γουστάρεις γιατί απλά είσαι σε θέση υπεροχής και μόνο με αυτό τον τρόπο μπορείς να επιβάλεις την άποψή σου. Που αντιμετωπίζεις τους άλλους σαν σκουπίδια ή κατσαρίδες. 

Για σένα που απαιτείς να γίνονται όλα με τον δικό σου τρόπο. Που δεν αναγνωρίζεις το δικαίωμά μου στο να σκέφτομαι, να εκφράζομαι και να πράττω διαφορετικά. Ο καθένας ξέρεις έχει το δικό του αποτύπωμα.

Για όλους εσάς, στο εξής, αδιαφορώ!

 

Αδιαφορώ γιατί είναι καιρός να αρχίσω να νοιάζομαι για τον εαυτό μου αφού κανείς άλλος, από όλους εσάς, δεν θα το κάνει!