Τον Λεωνίδα Καλφαγιάννη τον έχουμε γνωρίσει μέσα από τις τηλεοπτικές του
συμμετοχές. Μας έκανε εντύπωση από την πρώτη στιγμή όχι μόνο για το
ταλέντο αλλά και την εμφάνισή του και παρόλο που ο ίδιος είναι σεμνός
και ντροπαλός, έχει πολλές θαυμάστριες! Φέτος τον απολαύσαμε στην
παράσταση “Η φωνή” από όπου προέκυψε και το ιδιαίτερο look του με το
μουστάκι ενώ παράλληλα τον είδαμε μέσα από την μεγάλη οθόνη στην νέα
ταινία της Odeon “Love in the end”. Μοιράστηκε με το TLIFE κάποιες από
τις αναμνήσεις του από τα γυρίσματα
και μας εξήγησε γιατί επιμένει να έχει μουστάκι!
Για τις ανάγκες του ρόλου σας στην τελευταία σας παράσταση “Η
φωνή” αφήσατε μουστάκι. Πώς σας φάνηκε που είδατε τον εαυτό σας με τόσο
διαφορετικό look;
Η αισθητική αποφασίστηκε στο τέλος ποια θα είναι και αν θες να σου πω
ήταν μια δικιά μου ιδέα να έχουμε μουστάκι. Και το δεύτερο παιδί που
έπαιζε είχε μουστάκι. Εμένα μου αρέσει το μουστάκι μου. Είχα και πιο
παλιά μουστάκι γυριστό, έτσι τσιγκελωτό που λέμε, απλώς δεν φαινόταν
τόσο πολύ γιατί είχα και μούσι μαζί. Του μουστάκι μου ήταν μέχρι το αυτί
μου κανονικά και τώρα αυτό το σκοπό έχω, να φτάσει μέχρι εκεί. Τώρα, αν
δεν αρέσει σε άλλους δεν μπορώ να κάνω κάτι, εμένα μου αρέσει.
Σας το ρωτάω γιατί σε αντίθεση με το εξωτερικό που υπάρχουν
ολόκληρες ομάδες που μεταμορφώνουν τους ηθοποιούς στην Ελλάδα δεν
συνηθίζεται κάτι τέτοιο.
Ξέρεις γιατί δεν συνηθίζεται; Έχει μάθει ο κόσμος να βλέπει ανθρώπους
που παίζουν στην τηλεόραση να κάνουν τον εαυτό τους μάλλον επειδή δεν
είναι επί της ουσίας ηθοποιοί. Μάλλον, δεν ξέρω, δεν έχει μάθει ο κόσμος
να βλέπει έναν άνθρωπο, έναν ηθοποιό να αλλάζει ανάλογα με αυτό που
πρέπει να κάνει γιατί το σύστημα στην Ελλάδα και ειδικά στην τηλεόραση
μέχρι τώρα ήταν “παίξε τον εαυτό σου”. Εν πάση περιπτώσει, εγώ δεν θα
κράζω το σύστημα, καλά κάνουν όλοι οι άνθρωποι και κινούνται όπως
κινούνται αλλά νομίζω ότι είναι πολύ πιο ενδιαφέρον για όλους μας που
βρισκόμαστε στο χώρο να αλλάζουμε που και που. Να καταλαβαίνουμε κι
εμείς οι ίδιοι ποιες είναι οι συνθήκες του επαγγέλματός μας γιατί πολλοί
μπαίνουν σαν ηθοποιοί και βγαίνουν τελικά σαν περσόνες κάποιων
περιοδικών ή κάποιων τηλεοράσεων. Αυτές οι αλλαγές μας υπενθυμίζουν λίγο
το πως ξεκινήσαμε, το τι θέλουμε να κάνουμε, ότι πίσω από τους ρόλους
που υποδυόμαστε είμαστε φορείς κάποιων μηνυμάτων που θέλουμε να
περάσουμε στον κόσμο και να τα επικοινωνήσουμε και πίσω από αυτή τη
μάσκα,
που
κάθε φορά πρέπει να είναι διαφορετική αλλιώς από ένα σημείο και μετά
δεν θα πείσουμε, θα νομίζουν ότι είμαστε εμείς που μιλάμε ενώ ουσιαστικά
φορώντας μια μάσκα λέμε πράγματα χωρίς να είμαστε εμείς, έτσι ώστε να
μπορέσουμε να επικοινωνήσουμε μια ιδέα, ένα μήνυμα και να μπορεί να έχει
μια δυναμική, ένα όραμα, μια προοπτική που να μας πάει πιο μπροστά, να
μας εξελίξει. Οπότε εμένα το ότι αλλάζω, είτε από το Δεληγιάννειο
παρθεναγωγείο στο Steps είτε από το Steps στην ταινία και από την ταινία
στο θέατρο είτε σε κάτι άλλο που θα κάνω αύριο μεθαύριο, μου είναι πάρα
πολύ φυσιολογικό. Είναι η φυσιολογική λειτουργία ενός ηθοποιού.
Οι περισσότεροι ηθοποιοί έχουν μια προτίμηση προς το θέατρο.
Εσείς έχετε κάνει και θέατρο και τηλεόραση και κινηματογράφο. Πού
νιώθετε μεγαλύτερη χαρά να δουλεύετε;
Υπάρχει διαφορετικός κώδικας σε αυτά τα τρία είδη. Δεν είναι τίποτα
καλύτερο ή χειρότερο, απλώς πρέπει να βρεις τον κώδικα. Η διαφορά
έγκειται στο εξής, ότι στο θέατρο κύριος του εαυτού σου είσαι εσύ. Είναι
πάνω στον ηθοποιό κυρίως το τι θα κάνει, το τι θα δείξει, το πως θα το
δείξει. Στην τηλεόραση και τον κινηματογράφο ο υπεύθυνος κι αυτός που
έχει το τελικό “οκ” για το αποτέλεσμα είναι ο σκηνοθέτης, μαζί με τον
μοντέρ βέβαια. Αυτό σημαίνει ότι έχεις λιγότερη δύναμη σαν ηθοποιός να
δείξεις ή να κάνεις πράγματα, θα πρέπει να ακολουθήσεις κάποιους κανόνες
πολύ συγκεκριμένους σύμφωνα με αυτό που θέλει να κάνει ο σκηνοθέτης.
Εμένα μου αρέσουν και τα τρία είδη, εάν και εφόσον υπάρχει μια σωστή
συνεργασία και μια ωραία ματιά με τον σκηνοθέτη και με τον κάμεραμαν και
με τον διευθυντή φωτογραφίας. Όλα τα είδη είναι ωραία. Εγώ πέρασα πάρα
πολύ ωραία και στην ταινία, έχω περάσει πολύ ωραία και στις δουλειές που
έχω κάνει στην τηλεόραση και έχω περάσει ωραία και στο θέατρο.
Ευχαριστιέμαι και τα τρία είδη αρκεί να υπάρχει μια όμορφη συνεργασία με
τους ανθρώπους που άμεσα εμπλέκεσαι.
Το γεγονός ότι έχετε γίνει περισσότερο γνωστός μέσα από την
τηλεόραση και κυρίως από το Steps σαςέχει βοηθήσει να κάνετε στη
συνέχεια πιο εύκολα δουλειές;
Όχι. Τι εννοώ όχι. Είναι μια ερώτηση την οποία την κάνουν συχνά στους
ηθοποιούς και καταλήγει να νομίζουν οι νέες γενιές που βγήκαν ότι αυτό
ισχύει. Δεν ισχύει. Σε πρώτη φάση μπορεί να συμβαίνει γιατί από ένα
σημείο και μετά πολλά θέατρα και όσοι είναι γύρω από όλο αυτό το χώρο
θεωρούσαν ότι επειδή παίζεις στην τηλεόραση μπορείς να “τα φέρεις”
κιόλας. Δεν είναι έτσι. Είναι σαν αυτό που λέμε, έχω 4 προφίλ στο
facebook, αν αυτά τα 20.000 άτομα ερχόντουσαν στο θέατρο εγώ θα ήμουν
τώρα πάμπλουτος. Εμ, δεν έρχονται! Το ότι έχω 4 προφίλ στο facebook δεν
σημαίνει κάτι. Αντίστοιχα λοιπόν και το να αποκτήσεις μια
αναγνωρισιμότητα. Γιατί όπως έχει δείξει και η πραγματικότητα, πριν από
δύο χρόνια μπορεί να έκανες κάτι, τώρα, με αυτό που συμβαίνει στην
Ελλάδα, μπορεί να μην χτυπάει το τηλέφωνό σου για δέκα μέρες. Ας μην
παραμυθιαζόμαστε λοιπόν γιατί και το επάγγελμά μας είναι πέρα από
εποχιακό μπορεί να γίνει και πάρα πολύ εφήμερο, για πολλούς από εμάς.
Καλό είναι να κρατάμε λίγο το κεφάλι κάτω, να έχουμε συνείδηση του τι
συμβαίνει έξω στον κόσμο και γύρω μας. Δεν είμαστε τίποτα παραπάνω από
τον φούρναρη, τον μανάβη, από εσένα που είσαι δημοσιογράφος, από τον
καθένα που κάνει ένα επάγγελμα. Απλώς το δικό μας επάγγελμα απαιτεί μία
έκθεση. Αυτή η έκθεση μην μας κάνει να νομίζουμε ότι είμαστε και κάτι,
δεν είμαστε τίποτα. Μπορεί να ανοίξει μία πόρτα αλλά αν δεν το αξίζεις,
αν δεν δουλέψεις, αν δεν προσπαθήσεις, αν δεν έχεις στο κεφάλι σου μια
συνείδηση, δεν λειτουργείς δεν θα ανοίξει άλλο. Θα κλείσει όπως άνοιξε.
Ο κόσμος φαντάζομαι στο δρόμο σαν αναγνωρίζει; Σας μιλάει, συμβαίνει κι εσάς να σας φωνάζουν με το όνομα του τηλεοπτικού ρόλου;
Κοίτα, ως επί τω πλείστον δεν με φωνάζουν με το όνομά μου γιατί δεν το
ξέρουν το όνομά μου. Δεν είμαι ο τόσο γνωστός για να πεις ρε παιδί μου
“α, ο Γεωργούλης”. Καλώς ή κακώς. Απλώς περνάς, ακούς φωνές, κάποιοι σε
φωνάζουν με το όνομα του ρόλου σου, κάποιοι πολύ λίγοι, ελαχιστότατοι
μπορεί να σε πουν με το όνομα το κανονικό. Υπάρχει αυτό, υπάρχει μία
αναγνώριση στο δρόμο.
Σας δημιουργεί αμηχανία αυτό; Το γεγονός δηλαδή ότι κάποιοι
κοιτάνε κάθε σας κίνηση, από το πως περπατάτε μέχρι το πως κουνάτε το
χέρι σας ή πως κάθεστε.
Ναι, εγώ γενικά αισθάνομαι αμήχανα, γενικά είμαι ντροπαλός. Δεν το έχω
πολύ εύκολα αλλά είναι και ανάλογα πως θα σε κοιτάξει ο άλλος και πως θα
έρθει να σου μιλήσει, πως θα σε προσεγγίσει. Η αλήθεια είναι όμως ότι
ως επί τω πλείστον ντρέπομαι αλλά είπαμε έχουν υπάρξει και φορές που η
προσέγγιση είναι πάρα πολύ χαλαρή και πολύ φυσιολογική και φυσιολογικά
αντιδρώ κι εγώ. Υπάρχουν στιγμές που η αντίδραση είναι μη φυσιολογική
οπότε το βάζω στα πόδια. (γέλια)
Σας έχει συμβεί δηλαδή κάτι περίεργο; Γιατί ο ρόλος σας στο Steps για παράδειγμα ήταν λίγο μισητός στην αρχή.
Όχι, κάποιοι στην αρχή με μισούσαν αλλά μετά με αγάπησαν. Δεν μπορώ να
θυμηθώ κάτι τόσο ακραίο. Γενικά δεν είμαι κι ένας άνθρωπος ο οποίος δίνω
πολλά περιθώρια γιατί δεν κοιτάζω γύρω μου για να δω ποιοι με βλέπουν.
Οπότε εκ των πραγμάτων όταν περνάω στο δρόμο ή βρίσκομαι κάπου, επειδή
ντρέπομαι, είμαι σκυμμένος δύσκολα ο άλλος θα αντιδράσει ακραία. Θα
πρέπει να τον προκαλέσω κι εγώ. Έχουν υπάρξει κάποιες έντονες
αντιδράσεις αλλά σε κάποια όρια που μπορεί μεν να μου έχουν δώσει
μεγαλύτερη αμηχανία αλλά όχι κάτι φοβερό.
Πώς σας φάνηκε όταν είδατε ολοκληρωμένο και με τις τρεις ιστορίες το “Love in the end”;
Είναι τρεις διαφορετικές ιστορίες οι οποίες δεν συνδέονται πουθενά.
Τρεις παράλληλες ιστορίες τριών νέων ανθρώπων με μια διαφορετική ματιά,
με ένα διαφορετικό μέσο θα έλεγα. Η μία είναι η ρομαντική ιστορία, είναι
η δικιά μας ιστορία, η δεύτερη έχει να κάνει λίγο με το μοιραίο και
κατά πόσο κυνηγάμε το πεπρωμένο μας που είναι τα τρένα, τα αεροπλάνα και
τα ταξίδια που ψάχνει ο ένας τον άλλον και η τρίτη είναι λίγο ο έρωτας
που έχουνε δίπλα μας και δεν μπορούμε να του το πούμε και χρησιμοποιούμε
το facebook, το διαδικτυακό αυτό μέσο που έχει μπει τόσο πολύ μέσα στη
ζωή μας. Είναι δηλαδή τρεις άνθρωποι που προσπαθούν να χειριστούν αυτό
που αισθάνονται με ένα διαφορετικό μέσο και βλέπουμε πόσο απαλά και πόσο
γλυκά και τα τρία αυτά ζευγάρια προσπαθούν να προσεγγίσουν το
αντικείμενο του έρωτά τους. Εγώ νομίζω ότι είναι μια γλυκιά ταινία, έχει
να δώσει στον κόσμο αυτό το οποίο έχει χαθεί ή αυτό το οποίο τα νέα
παιδιά δεν έχουν δει ίσως. Γιατί υπάρχουν παιδιά που θα το δουν και
είναι 16, 17, 18 χρονών και δεν έχουν ζήσει μια εποχή ρομαντισμού και
μεγαλύτερης αθωότητας. Εγώ που είμαι 31 την έχω ζήσει οπότε χαίρομαι που
είμαι ένα τέτοιο όχημα που μπορούν τα νεότερα παιδιά να αντιληφθούν ότι
τον έρωτα δεν τον προσεγγίζουμε μόνο κάνοντας πλάκα ή όντας με έναν
άνθρωπο για δύο ώρες ή κάνοντας σεξ. Τον προσεγγίζουμε και με έναν
διαφορετικό τρόπο που ίσως είναι πολύ πιο βαθύς, πιο αληθινός, πολύ πιο
ουσιαστικός και που ατός είναι που μας εξελίσσει. Εμένα αυτό με
ενδιαφέρει, αυτό είδα στην ταινία με αυτέ τις τρεις παράλληλες ιστορίες.
Είδα τρεις νέους ανθρώπους με αλήθεια και με θάρρος να προσπαθούν να
προσεγγίσουν τον έρωτά τους κι αυτό είναι κάτι πολύ ωραίο στις μέρες
μας.
Από τα γυρίσματα τι είναι αυτό που θυμάστε πιο έντονα αν και έχουν γίνει αρκετό καρό πριν;
Δεν έχει σημασία γιατί τα γυρίσματα της δικής μας ιστορίας είναι ούτως ή
άλλως μοναδικά από την στιγμή που έγιναν πάνω σε ένα κρουαζιερόπλοιο.
Είχαμε την τύχη δηλαδή, οι ηθοποιοί που παίξαμε σε αυτή την ιστορία, να
κάνουμε μια μίνι κρουαζιέρα, α δεθούμε περισσότερο μεταξύ μας είτε με
τους τεχνικούς είτε με τους ηθοποιούς. Η εμπειρία του να κάνεις μία
ταινία πάνω σε ένα κρουαζιερόπλοιο πηγαίνοντας σε διάφορα μέρη,
πηγαίνοντας στην Κωνσταντινούπολη, σε τόσα νησιά και να είσαι συνέχεια
στην θάλασσα είναι εκ των πραγμάτων μοναδική. Ακόμα κι αν τότε δεν το
καταλαβαίνεις, το καταλαβαίνεις όταν τελειώνουν τα γυρίσματα και έρχεσαι
στο σπίτι σου και λες “τι ωραία, δεν θα το ξαναζήσω”. Είναι μια
μοναδική εμπειρία, πολλά πράγματα συνέβησαν αλλά το κύριο που κρατάω εγώ
είναι αυτή την αίσθηση που είχαμε όλοι μας κάθε πρωί που ξυπνάγαμε πάνω
στο πλοίο, πως ότι και να γίνει θα είναι μια πολύ ωραία μέρα.
Η συνεργασία σας με την συμπρωταγωνίστριά σας, Τζωρζίνα Λιώση πώς ήταν; Δέσατε, υπήρχε χημεία;
Σαν άνθρωποι έχουμε πολλά κοινά στοιχεία, τώρα η χημεία δεν ξέρω αν
αποτυπώνεται στην οθόνη, στο πανί του σινεμά που λένε. Η Τζωρτζίνα είναι
τόσο καλό παιδί που πραγματικά είχαμε πολλά σημεία επαφής, κάναμε καλή
παρέα, είναι πολύ γλυκός, ήμασταν πολύ καλά.
Εσείς μέχρι που θα φτάνετε για έναν έρωτα; Θα κάνατε κάτι ακραίο ή δύσκολο όπως για παράδειγμα οι ήρωες της ταινίας;
Θα πέθαινα για ένα έρωτα!
Οπότε στη ερώτηση τη ρόλο παίζει ο έρωτας στη ζωή σας να φανταστώ η απάντηση είναι τον σημαντικότερο;
Ναι, είναι πού σημαντικός και μακάρι να ζούμε με έρωτα όλα τα πράγματα.
Γιατί ναι μεν υπάρχει ο έρωτας που τον βλέπεις σε ένα πρόσωπο αλλά
υπάρχει και μία ιδέα που είναι πάνω από πρόσωπα, είναι καθαρή, αγνή,
λευκή, είναι ένα κίνητρο. Είναι κάτι που σε κινεί ο έρωτας. Εγώ για κάτι
που πιστεύω θα πέθαινα. Αν αυτό λέγεται έρωτας θα πέθαινα δύο φορές.
Σίγουρα θα έφτανα σε ακραία πράγματα για κάτι το οποίο πιστεύω πολύ για
κάτι το οποίο αγαπώ και μου δίνει εξέλιξη. Γιατί ο έρωτας αυτό κάνει,
μας εξελίσσει σαν ανθρώπους.
By
TLIFE