5.5.15

Βασίλης Δημητρίου: Ο μοναδικός σε όλη την Ευρώπη που ζωγραφίζει αφίσες για τον κινηματογράφο!

Υπάρχει ένας ζωγράφος που συναντάς καθημερινά περνώντας από την περιοχή των Αμπελοκήπων. Ο Βασίλης Δημητρίου. Συναντάς, για να ακριβολογούμε, το έργο του, αφού πρόκειται για τον άνθρωπο που ζωγραφίζει τις αφίσες στον κινηματογράφο «Αθήναιον». Ο μοναδικός άνθρωπος σε όλη την Ευρώπη -και ίσως και στον κόσμο- που φτιάχνει αφίσες για τον κινηματογράφο με το πινέλο του, στην εποχή που ο ψηφιακός κόσμος έχει κατακλύσει τα πάντα.

Δεν ξέρω αν το έχουν όλοι οι ζωγράφοι σαν γνώρισμα, δεν είχα την τύχη να συναναστραφώ πολλούς, αλλά ο κύριος Βασίλης ζωγραφίζει ακόμα κι όταν μιλάει. Σου δημιουργεί εικόνες με τον τρόπο που περιγράφει. Εικόνες γεμάτες χρώματα και όλα τα αγαπημένα του πρόσωπα. Γιατί πάνω απ’ όλα για εκείνον είναι η οικογένειά του. Η γυναίκα του Αγγελική, τα παιδιά του και τα τρία του εγγόνια. Κι ένα σκαλί πιο κάτω αλλά εξίσου σημαντική είναι η τέχνη του. Άλλωστε σε ολόκληρη τη ζωή του δεν έκανε τίποτα άλλο πέρα από το να ζωγραφίζει . Κάπως έτσι κατάφερε να είναι σήμερα ο «τελευταίος των αφισών».



Το TLIFE τον συνάντησε στο ατελιέ του στην Αγία Παρασκευή και μας μίλησε για την ιστορία της ζωής του και την σπουδαία πορεία του. Χωρίς καμία έπαρση και χωρίς να νιώθει ότι έχει καταφέρει να πιάσει την κορυφή –κι ας την έχει πιάσει μέσα σε αυτά τα 60 χρόνια καριέρας- δηλώνει: «Στεναχωριέμαι που δεν έχω αντίπαλο. Αν υπήρχε σήμερα κι άλλος ένας ζωγράφος στην ίδια δουλειά που κάνω εγώ, θα έφτιαχνα καλύτερα πράγματα.»



Από ποια ηλικία ξεκινήσατε να ασχολείστε με τη ζωγραφική;

Από την Γ’ Δημοτικού. Τότε μου είπαν ότι ζωγραφίζω και κατάλαβα ότι κάτι κάνω, διαφορετικό από τα άλλα παιδιά. Όταν έβρισκα χαρτί και μολύβι μπροστά μου όλο κάτι έφτιαχνα, κάτι σχεδίαζα. Δεν γινόταν να μην κάνω κάτι.

Είχατε από τότε στο μυαλό σας ότι η ζωγραφική θα ήταν αυτό που θα κάνατε στο μέλλον;
Όχι. Όταν έγινα 14, πέθανε ο πατέρας μου κι έπρεπε να δουλέψω κι εγώ και τότε είπα «εγώ θα γίνω ζωγράφος». Στη γειτονία, σε όσα πεζοδρόμια υπήρχαν πλακάκια ζωγράφιζα με κιμωλίες. Πέρναγε ο κόσμος και έκανε στην άκρη για να μην το πατήσει και το χαλάσει.
Η πρώτη μου δουλειά ήταν σε ένα μανάβικο. Και στο μανάβικο όμως πάλι ζωγράφιζα. Έπιανα τα καρπούζια και με ένα ξυλαράκι ξυσμένο σχεδίαζα επάνω ένα καραβάκι, μια γατούλα, ένα ψάρι, διάφορα πραγματάκια… Ερχόντουσαν οι νοικοκυρές μετά για να ψωνίσουν και λέγανε στο αφεντικό: «Κύριε Άγγελε μου πιάνεις αυτό με το καραβάκι;». Πήγαινα να το πιάσω εγώ και μου έλεγε: «Ασ’τα εσύ αυτά, εσύ ζωγράφιζε».

Ανέβαιναν και οι πωλήσεις δηλαδή;
Ναι, βέβαια! Τα βλέπανε και τους αρέσανε έτσι όπως ήταν. (γέλια)



Το «Αθήναιον» είναι ο μοναδικός κινηματογράφος σήμερα που έχει τέτοιες αφίσες, σωστά;

Σίγουρα στην Ευρώπη. Κι αυτό το ξέρουμε καλά. Έχω ασχοληθεί πολλά χρόνια με την πυγμαχία. Ήμουν προπονητής στην εθνική ομάδα κι έχω κάνει πολλά ταξίδια στο εξωτερικό. Ισπανία, Γαλλία, Ιταλία, Αίγυπτο, Τουρκία… Πάντα το μάτι που πήγαινε στους κινηματογράφους και έβλεπα τις αφίσες που έκαναν. Αλλού μου άρεσαν, αλλού δεν μου άρεσαν. Όλοι αυτοί οι ζωγράφοι, μόλις βγήκαν οι αφίσες με τα κομπιούτερ, σταμάτησαν. Ο μόνος κινηματογράφος που δεν σταμάτησε είναι το «Αθήναιον».
Στο «Αθήναιον» λένε όταν δεν θα μπορεί ο Βασίλης, τότε θα σταματήσουμε κι εμείς. Όσα χρόνια δουλεύει ο Βασίλης, θα τα φτιάχνει ο Βασίλης. Δεν υπάρχει άλλη επιλογή.

Η πυγμαχία δεν είναι λίγο οξύμωρη με την ιδιότητα του ζωγράφου;
Δεν είναι φαινόμενο. Και χορευτές μεγάλοι έκαναν πυγμαχία και ποιητές, συγγραφείς και τραγουδιστές έχουν κάνει.

Η ζωγραφική δεν λειτουργεί σαν εκτόνωση;Δεν έχω παρατηρήσει να εκτονώνομαι. Δεν ζωγραφίζω για να εκτονωθώ ή αν είμαι αγχωμένος θα ζωγραφίσω για να μου φύγει. Ίσα ίσα που μου δημιουργεί άγχος. Επειδή όχι μόνο έχω να παραδώσω αλλά είναι και το θέμα αν θα το πετύχεις. Σήμερα το έφτιαξες, αύριο θα μπορείς; Πήγα 80 χρονών. Ξέρεις πολλούς που να δουλεύουν σε αυτή την ηλικία; 

Υπάρχει κάποια αφίσα που να θυμάστε ότι σας δυσκόλεψε πιο πολύ;
Είναι και οι στιγμές αλλά και το θέμα που παίζει ρόλο. Είναι πολλές φορές που μια αφίσα με ενθουσιάζει και έχω μια χαρά την ώρα που την φτιάχνω κι άλλες φορές που την βαριέμαι. Τώρα τελευταία, ας πούμε, έχει τύχει να φτιάχνω μόνο ασπρόμαυρες. 



Μας διακόπτει η σύζυγός του, Αγγελική. Βάζει διακριτικά το κεφάλι της στην πόρτα του ατελιέ και του λέει αυτό που θέλει. Φεύγει και ο κύριος Βασίλης σχολιάζει: «Η πιο καλή γυναίκα του κόσμου!» «Ήμουν τυχερός», μου λέει για εκείνη στη συνέχεια και όταν του λέω θα ρωτήσω μου εξηγεί πώς θα πει μόνο καλά. «Εκείνη με βλέπει ακόμα πιτσιρίκο», μου λέει και γελάει. 

Πόσα χρόνια είστε μαζί; 
57. Παιδάκια ήμασταν. Μου έλεγε ο αδερφός μου «ρε σεις τρελαθήκατε που θέλετε να παντρευτείτε; Σπίτι θα ανοίξετε ή φτωχοκομείο;» Και τα δύο φτωχά.

Έπαιξε ρόλο, στην δημιουργικότητά σας ότι είχατε μια γυναίκα που σας έδινε δύναμη, κρατούσε την ισορροπία και δεμένη την οικογένεια; 
Πολύ. Πάρα πολύ. Ο ζωγράφος δουλεύει πολύ κι όταν κουβεντιάζει μαζί σου. Αυτός μπορεί να δουλεύει στο μυαλό του κάτι το οποίο δεν φαίνεται, το βλέπει μόνο αυτός. Για αυτό πρέπει να υπάρχει ένας άνθρωπος… Να στο πω αλλιώς για να το καταλάβεις. Εγώ, στις 3 τη νύχτα μπορεί να έχω στο μυαλό μου κάτι και πρέπει να σχεδιάσω πέντε γραμμές πάνω σε αυτό για να μην το ξεχάσω. Και σηκώνομαι και πάω στο εργαστήριο μέσα για να φτιάξω αυτό που έβλεπα. Αν ήταν μια άλλη γυναίκα, θα με είχε διώξει από το σπίτι. 

Εκείνη έχει σχέση με τη ζωγραφική;
Όχι, αλλά έχει μάτι. Να δεις τι φτιάχνει με τα λουλούδια, τους στολισμούς που κάνει, θα πάθεις! Φτιάχνει ωραία πράγματα.

Σας δίνει ιδέες για τους πίνακές σας;
Όχι, ιδέες δεν μου δίνει. Δεν δέχομαι. Εκείνο που κάνει είναι να έρχεται που και που και να ρίχνει μια ματιά. Κι άμα τη δω να ξινίζει λίγο τη μούρη της τής λέω «τι τρέχει ρε γυναίκα;» Και μου λέει το μάτι του τάδε είναι λίγο μικρότερο το ένα από το άλλο. Μέτρα το! Και το μετράω και πράγματι. Έχει μάτι γερό, πολύ γερό.

Έρχεται εδώ όταν δουλεύετε;

Κανέναν δεν θέλω μέσα εδώ. Μπορεί να είσαι εδώ, όπως κάθεσαι τώρα και να βλέπεις εμένα να δουλεύω, δεν με νοιάζει. Μη μου μιλάς! Δεν μπορώ να μου μιλήσεις και να γυρίσω να σου απαντήσω. Είμαι συγκεντρωμένος σε αυτό που κάνω.



Υπάρχει κάποια αφίσα που να σας άρεσε πιο πολύ από αυτές που έχετε φτιάξει;
Είναι πολλές! Στην τελευταία έκθεση που έκαναν ήταν 6 αφίσες με μέγεθος τρία μέτρα επί δυο η καθεμιά με θέματα από παλιές ταινίες. 5 ξένες και μία ελληνική, "Τα κόκκινα φανάρια". Ήταν πάρα πολύ ωραίες. Θα μου πεις πούλησες; Θα σου πω όχι, δεν πούλησα καμία. Γιατί όμως; Δεν μπορεί ο άλλος να πάρει τρία μέτρα μήκος επί δύο. Να το κάνει τι; Να το βάλει στο σπίτι του;

Στην συγκεκριμένη έκθεση είχε φτιάξει ένα πολύ ωραίο πορτρέτο της Ζέτας Μακρυπούλια κι ένα δικό του. Και πήγαν και ρώτησαν την υπεύθυνη γιατί αυτός ο πίνακας δεν έχει τιμή επάνω και πόσο πουλιέται. «Μα αυτός είναι ο ζωγράφος, δεν πουλάμε τον ζωγράφο,», απάντησε εκείνη. 

Άλλες εκθέσεις έχετε κάνει εκτός από αυτήν;

Πολλές!

Άρα ζωγραφίζετε κι άλλα πράγματα πέρα από τα κινηματογραφικά. Τι σας αρέσει πιο πολύ να ζωγραφίζετε;
Ναι, βέβαια. Τα πάντα μου αρέσει να ζωγραφίζω. Από λουλούδια μέχρι πρόσωπα.



Υπάρχει κάποιος ζωγράφος που σας αρέσει πολύ ή να εμπνέεστε από τα έργα του;
Να εμπνέομαι όχι, αλλά μου αρέσει ο Vincent van Gogh. Και για την πρωτότυπη δουλειά που έκανε αλλά και το τι πέρασε για να φτάσει εκεί που έφτασε. Αυτό μου λέει και οι γυναίκα μου «εσύ είσαι τυχερός και να λες δόξα το θεό, γιατί άλλοι πεθαίνουν πρώτα και μετά αναγνωρίζονται. Εσύ που αναγνωρίστηκες πριν πεθάνεις πρέπει να είσαι ευτυχισμένος»

Ξεκινάει να μου λέει ιστορίες για τα εγγόνια του. Γελάει και σηκώνεται για να μου δείξει μια ζωγραφιά στον τοίχο του ατελιέ. Είναι ένα έργο της μικρής από το νήπιο. «Μοντέρνα τέχνη», μου λέει. «Η μικρή έχει μεγάλη πλάκα. Είναι λες και δεν έχει βγει από την οικογένειά μας. Άγριο παιδί. Αυτή έπρεπε να ήταν αγόρι να την έκανα βοηθό μου.»

Σήμερα η «μικρή» του, η μεσαία από τα εγγόνια, είναι 31 ετών. Και μου περιγράφει μία ακόμα ιστορία από την παιδική της ηλικία. «Όλο μου έλεγε ‘παππού δείξε μου κανένα κόλπο’. Εγώ έχω και μαύρη ζώνη στο Ziu Zitsu. Και της έδειχνα. Και δώσ’του εκείνο, και δώσ’του το άλλο, και της έλεγα ότι πρώτα πρέπει να μάθεις άμυνα και μετά επίθεση. Μετά συνδυάζεις άμυνα, κόντρα, επίθεση στον αντίπαλο. Σιγά σιγά τα χώνεψε. Καμία φορά την έπαιρνα και στο γυμναστήριο. Ο γενικός γραμματέας, ένα γεροντάκι του συλλόγου μας είδε που κατεβαίναμε. «Καλώς τον Δημητρίου με την εγγόνα του.» Δεν πιστεύω, της λέει, κι εσύ να ξέρεις από πυγμαχίες και τέτοια πράγματα. Ξέρω, του λέει. Και της κάνει έτσι αυτός ότι θα τη χτυπήσει και τραβιέται πίσω αυτή ένα βήμα και δεν τη χτυπάει. Του λέω ξαναχτύπα την. Άντε ρε, μου λέει, είσαι χαζός, να χτυπήσω το μωρό. Χτύπα τη, του λέω, και να προσέχεις. Πάει να τη χτυπήσει. Του κάνει άμυνα. «Μπαπ» μια μπουνιά στο στομάχι, γιατί δεν τον έφτανε και παραπάνω, και ξεράθηκε. «Ρε, παρ’ το από εδώ το παιδί. Θα μας τρελάνετε η οικογένεια Δημητρίου».

Τους δίνεται συμβουλές όταν τους βλέπετε να ζωγραφίζουν; Τους μαθαίνετε πράγματα;
Ε, βέβαια! 

Παρόλα αυτά, μου εξηγεί ότι έχει πολύ συγκεκριμένη άποψη σε αυτό το κομμάτι. «Εγώ έχω την εντύπωση, κι έτσι έμαθα, ότι δεν πρέπει να σου δίνω πολλές συμβουλές. Για να βγάλεις τον εαυτό σου. Άμα σε καθοδηγώ εγώ, επειδή εγώ το κάνω έτσι να το κάνεις κι εσύ έτσι, θα γίνεις ένα αντίγραφο του Βασίλη Δημητρίου. Δεν λέει τίποτα αυτό. Ούτε στον ίδιο.»



Στη γειτονιά μας, στην Κυψέλη, είχαμε ένα ζωγράφο. Βάλιας Σεμερτζίδης. Μεγάλος ζωγράφος, Λευκορώσος. Αυτός, λοιπόν, έμενε κοντά στο σπίτι μας και καμία φορά που χρειαζόταν κάτι φώναζε. «Βασιλάκη, ρε συ, πήγαινε να μου πάρεις λίγο σαλάμι ας πούμε» Πήγαινα εγώ και του ψώνιζα ότι ήθελε. Μια μέρα μαζί με τα ψώνια του πήγα και σχέδια που είχα φτιαγμένα με μολύβι. Τα είδε αυτός και μου λέει «ποιος τα έφτιαξε αυτά;» Του λέω εγώ. Και μου λέει. «Σοβαρά; Μπράβο ρε Βασίλη και φτιάχνε, φτιάχνε». «Φτιάχνε, φτιάχνε αλλά δεν υπάρχουν λεφτά ούτε για χρώματα, ούτε για μπλοκ» του λέω. «Αυτά εγώ». Και μου έφερε τα μπλοκ και χρώματα και δούλευα. Θα ήμουνα 17 χρονών, 18. Πήγαινα τα απογεύματα, όταν είχα χρόνο και ήταν κι αυτός και ζωγράφιζε στο εργαστήριο και καθόμουν και τον κοίταγα αμίλητος. Την ώρα που ζωγράφιζε. Έτσι μαθαίνεις, όταν βλέπεις.
Μέσα όμως όταν μπήκα βρήκα άλλους τρεις ανθρώπους και ντράπηκα κι έκανα μεταβολή για να πάω να φύγω με το μπλοκ κάτω από την μασχάλη. «Πού πας; Έλα εδώ Βασίλη. Γιατί φεύγεις;»,μου λέει. Συγνώμη, λέω, αλλά έχετε κόσμο και θα είμαι εγώ μέσα στα πόδια σας. «Τι λες ρε παιδί μου; Εγώ θα έστελνα τώρα να σε φωνάξουνε. Θέλω να γνωρίσεις τους ανθρώπους. Από εδώ ο καθηγητής της Σχολής Καλών Τεχνών, τάδε, από εκεί ο άλλος». Μου λέει ο ένας «για να δούμε τι μαστορεύεις εδώ». Κι ανοίγουν το μπλοκ και κοιτάνε κι αυτοί κι ενθουσιάστηκαν. Έχεις τελειώσει, μου λένε, το γυμνάσιο; Όχι, λέω, γιατί με διώξανε από το σχολείο. Γιατί ήμουν λίγο ζόρικος και άτακτος. «Τι να το κάνεις το Γυμνάσιο; Να τον περάσετε σαν έκτακτο ταλέντο», είπε ένας από τους τρεις. Μίλησαν μεταξύ τους και είπαν «βεβαίως, να τον περάσουμε σαν έκτακτο ταλέντο». Και λέει ο Σεμερτζίδης: «Σας γελάσανε, δεν θα γίνει έτσι. Θα παραμείνει έτσι όπως είναι, μόνος του θα εξελιχθεί.» Του λένε «γιατί;». «Γιατί δεν θα αντέξει ούτε μια βδομάδα μέσα στη σχολή σας. Κάτι θα σπάσει, κανένα θρανίο. Κάτι θα γίνει, μια φασαρία και θα σηκωθεί να φύγει. Πριν φύγει και πριν γίνει κακός, να τον αφήσετε εδώ πέρα όπως είναι. Μόνος του θα γίνει αυτός ζωγράφος. Η βοήθεια που θα μπορούσατε να του κάνετε είναι να πείτε μια καλή κουβέντα σε κάποιον φίλο σας, να έρθει να δει κι αυτός τι φτιάχνει, να πουληθεί κάποιο του εργάκι. Ένα σχεδιάκι δικό του, για να μπορεί να νιώθει ότι κάτι κάνει.» Κι έτσι κι έγινε! Μου έφερναν πελατεία.

Οπότε είστε αυτοδίδακτος.
Ναι. Αν και, σου είπα, δεν υπάρχει αυτοδίδακτος. Όταν πας και βλέπεις τον Σεμερτζίδη να ζωγραφίζει και κάθεσαι με τις ώρες, δεν σπουδάζεις εκείνη την ώρα;

Πρέπει κάποιος να έχει ταλέντο ή να δουλευταράς;
Πρώτα ταλέντο πρέπει να έχει. Άμα δεν έχει ταλέντο όσο και δουλευταράς να είναι, δεν θα πετύχει σίγουρα. Εγώ έτσι το νιώθω.



Όλα αυτά τα χρόνια που ταξιδεύατε στο εξωτερικό. Σκεφτήκατε ποτέ να μείνετε έξω να εξελίξετε το ταλέντο σας;

Ναι, με ένα φίλο μου. Ζωγράφος κι αυτός. Θέλαμε να πάμε στο Παρίσι και να ζήσουμε στην Μονμάρτη. Σαν τους παλιούς ζωγράφους. Ψωνάρες! Η μάνα του με πολλά λεφτά κι όταν της το είπαμε μας κυνήγησε. «θα πάτε να γίνεται αλήτες στην Μονμάρτη. Θα πεθάνετε εκεί πέρα…»
Ήμουν 22 χρονών. Εγώ δεν φοβόμουν να πάω έξω. Και του έλεγα του Γιώργου: «Ρε συ άμα πεινάσουμε, κάτι θα κάνουμε. Δεν θα κάτσουμε έτσι με τα χέρια σταυρωμένα και να φτιάχνουμε μόνο πίνακες. Εσύ κάτσε και φτιάχνε πίνακες. Εγώ θα πάω να βρω δουλειά κινηματογραφική, που την ξέρω και θα δουλέψω εκεί πέρα και θα βγάζουμε το μεροκάματο.» Αλλά η μάνα του δεν μας άφησε. Για καλό μας δηλαδή γιατί ποιος ξέρει τι ρεμάλια θα είχαμε γίνει.

Δεν επιδιώκετε την προβολή σας. Δεν θα θέλατε να σας γνωρίσει περισσότερος κόσμος;
Δεν με απασχολεί. Αρκετά έχουν πει για μένα. Νιώθω ικανοποιημένος από την αναγνώριση. Όταν είσαι στο Αθήναιον και πίσω σου, πολλές φορές, είναι 10 άτομα και περιμένουν να σηκωθεί η αφίσα για να κάνουν το σχόλιό τους ή να έρθουν να σου που συγχαρητήρια, δεν νομίζω ότι υπάρχει καλύτερος έπαινος. Πρέπει να είναι ο άλλος καθηγητής της Σχολής Καλών Τεχνών για να σου πει συγχαρητήρια;
Έρχεται ένα παλικαράκι, καμιά 20αρια χρονών, με μία μεγάλη φωτογραφία μου και μου λέει «Σας παρακαλώ πάρα πολύ κύριε Δημητρίου, μπορείτε να μου την υπογράψετε;» Πήγα να βάλω τα κλάματα. Ναι αγόρι μου, του λέω, θα στην υπογράψω. Και του την υπογράφω. Τον ρώτησα που βρήκε τι φωτογραφία και μου είπε από το ίντερνετ. «Είσαι φανατικός του Βασίλη Δημητρίου;» «Από 11 χρονών», μου λέει. Ήταν Αμπελοκηπιώτης αυτός κι έβλεπε τις αφίσες. Εγώ το «Αθήναιον» το κάνω 30 χρόνια.



Έχετε περάσει περίοδο που να μην έχετε δουλειά;
Ποτέ στη ζωή μου! Αφού απορούσα που λέγανε «βρε τον καημένο, αυτός είναι άνεργος».

Η ζωγραφική, στην εποχή που μεγάλωσε εκείνος, δεν θεωρούνταν κανονική δουλειά. Οι δικοί σας δεν αντέδρασαν όταν τους είπατε ότι θα γίνεται ζωγράφος;
Μάχη μεγάλη. Μου έλεγε η μάνα μου:«Ζωγράφος; Θα πεθάνεις στην ψάθα. Που όλοι γίνονται αδερφές οι ζωγράφοι…» Να μου λέει, να μου λέει… Είχα τον αδερφό μου τον συγχωρεμένο που έφερνε την ισορροπία. Η μάνα μου ήταν Ηπειρώτισσα, τσαούσα γυναίκα. Εγώ άγριο παιδί κι ο Γιάννης ήταν πράος και ήσυχος. Αυτός έφερνε την ισορροπία μέσα στο σπίτι. Μεγαλύτερος 4 χρόνια. Και της έλεγε: «Ρε συ μάνα, μη φωνάζεις και μη λες όλα αυτά που λες στον Βασίλη. Αφού τον ξέρεις τον Βασίλη. Είπε ότι θα γίνει ζωγράφος. Διάλεξε αυτό που θέλει να κάνει στη ζωή του. Όσο και να φωνάζεις, αυτός θα γίνει ζωγράφος. Ασ’ τον λοιπόν! Σταύρωσέ τον και πες του ‘άντε παιδάκι μου να γίνεις ζωγράφος’ και τελειώνει η ιστορία». Ε, το σκέφτηκε και η μάνα μου και είπε ότι έχει δίκιο.

Όταν είδε ότι καταφέρνετε πράγματα σας είπε «μπράβο»;
Η μάνα μου; Η μάνα μου ήθελε να γίνω χασάπης. «Να τρώνε τα παιδιά σου ένα κομμάτι κρέας», μου έλεγε. Τότε, ήταν δύσκολες οι εποχές.
Δεν ήταν καλλιτεχνικός τύπος. Μια γυναίκα από το χωριό, από την Ήπειρο, πάνω από το βουνό. Πού να ξέρει εκείνη από ζωγραφική και τι θα πει ταλέντο;
Ήταν όμως από τα καλύτερα μοντέλα μου. Έχω ένα έργο φτιαγμένο, εκεί στα 17 θα ήμουν, ένα πορτρέτο της.

Είναι πάντως πολύ ωραίο μήνυμα αυτό, ότι όποιος θέλει κάτι και του αρέσει πολύ, τελικά τα καταφέρνει. «Ναι, τα καταφέρνει!» μου επιβεβαιώνει. Και είναι αυτό που θέλω να κρατήσω –και να κρατήσεις κι εσύ- από αυτή τη συνάντηση μου με τον κύριο Βασίλη.            



Ο ζωγράφος μας περιγράφει την σημαντικότερη ιστορία του
Ήμουν 15 χρονών. Στην Κυψέλη που γεννήθηκα και ζούσα. Στην Βελβενδούς έμενα. Από τη μία μεριά ήταν σπίτια, ένα πεζοδρόμιο και μετά ένα ρέμα. Έβγαινες από την πόρτα και έπεφτες στο ρέμα. (γέλια) Παρακάτω ήταν ένας κινηματογράφος, το «Αττικόν». Για αυτόν γράφτηκε και το τραγούδι «Τα θερινά σινεμά» του Κηλαηδόνη. Γέννημα θρέμα Κυψελιώτης κι έμενε λίγο πιο κάτω από μένα.
Στο «Αττικόν», λοιπόν, θέλαμε να δούμε ταινίες. Πώς θα βλέπαμε όμως αφού δεν είχαμε λεφτά να πληρώσουμε; Σκαρφαλώναμε σε κάτι δέντρα που ήταν στο πλάι στη μάντρα του κινηματογράφου και βλέπαμε από τα δέντρα το έργο. Εκεί, ήταν ένας θυρωρός που μας κυνηγούσε. Περισσότερο για να μην πέσει κανένας από εκεί και γίνει καμιά ζημιά. Ήταν καλός άνθρωπος αλλά τις βιτσιές τις έδινε.
Μια μέρα λοιπόν έπεσε το λαχείο σε εμένα να φάω βιτσιές. Εγώ όμως ήμουν παλικάρι. Αντί να πηδήξω κάτω από το δέντρο και να φύγω, πήδηξα μέσα στο σινεμά και είδα και το έργο. Όταν άναψαν τα φώτα με πιάσανε. Με αρπάζουν και μου λέει αυτός: «Έλα εδώ ρε. Γιατί το κάνετε αυτό και κρέμεστε από τα δέντρα; Θα σκοτωθείτε καμιά μέρα. Να έρχεστε το απόγευμα, κατά τις 6, να κάνετε δουλειές που χρειαζόμαστε. Να ποτίζετε, να κουβαλάτε τον πάγκο και τις γκαζόζες και να βλέπετε μετά το έργο άνετα και με την ησυχία σας.» Και κόλλησα εκεί! Όταν τελείωνα, λοιπόν, πιο μπροστά τη δουλειά πήγαινα στις φωτογραφίες και προσπαθούσα να ζωγραφίσω τον πρωταγωνιστή πάνω σε χαρτί. Προσπαθούσα, δεν το έφτιαχνα τέλεια. Με είδε, που σχεδίαζα, αυτός που με είχε μαλώσει και μου λέει «Ρε συ, έχεις ταλέντο! Πρέπει να γίνεις ζωγράφος». Κι εγώ το θέλω, του λέω, αλλά πώς θα γίνει; Θα σε πάω εγώ αύριο, μου λέει, σε ένα ζωγράφο να συμφωνήσετε να δουλέψεις εκεί πέρα. Έφτιαχνε γιγαντοαφίσες. Καλός άνθρωπος, μέτριος ζωγράφος. Είχε όμως ένα κακό ελάττωμα. Ήταν αθυρόστομος. Με το παραμικρό κατέβαζε… τι να σου πω! Εγώ δεν βρίζω από τη φύση μου και ούτε μικρός που ήμουνα που όλα τα παιδάκια λένε, εγώ δεν έλεγα. Ένα, δύο μήνες και πάω στη μάνα μου και της λέω «μάνα, θα σταματήσω τη δουλειά». Γιατί παιδάκι μου, μού λέει, τι σου έκανε; Δεν μου έκανε τίποτα, είναι ο καλύτερος άνθρωπος αλλά βρίζει. «Ωχ, στη χειρότερη περίπτωση», μου λέει. Με ξέρανε στο σπίτι. Και σταμάτησα. Ο ίδιος όμως, που με είχε πάει σε αυτόν, με πήγε σε έναν άλλον. Τον Βικέντιο Μπέγκνερ. Αυτός ήταν μουρλός. Ήταν 25 κι εγώ 15, αλλά ήταν ένα παιδί κύριος. Μου έλεγε «Βασιλάκη, σε παρακαλώ, μου δίνεις το μαύρο χρώμα;» Και του έλεγα εγώ: «Μα κύριε Νίνο –ήταν το χαϊδευτικό του- γιατί μου λέτε όλα αυτά για να σας φέρω ένα κουτί χρώμα; Πες μου πιάσε το μαύρο, να στο δώσω αμέσως, να ξεμπερδεύουμε. Όχι, μου έλεγε, έτσι θα μιλάς κι εσύ. Και μιλάγαμε έτσι. Μας άκουγες και έλεγες πού βρίσκομαι.
Έζησα 9 χρόνια μαζί του. Εκεί εξελίχθηκα. Όταν ήρθε η ώρα να πάω φαντάρος, είχαμε πει ότι αφού γυρίσω θα δουλέψουμε μαζί σαν συνεταίροι. Στο εντωμεταξύ παντρεύτηκε αυτός κι όταν της είπε πως όταν γυρίσει ο Βασίλης θα κάνουμε συνεργασία, αυτή αντέδρασε. «Τον Βασιλάκη που τον έχεις από μικρό παιδί, θα τον κάνεις συνεταίρο;» «Μα ο Βασίλης είναι καλλιτέχνης, θα αναπτύξουμε τη δουλειά, θα κάνουμε ζωγραφικές αφίσες σε μεγάλους κινηματογράφους». Τίποτα αυτή. Φωνή και φασαρία η κυρία Καίτη. Απολύομαι και επιστρέφω. Περνάει μια βδομάδα, περνάνε δυο βδομάδες και τίποτα. Και του είπα «θα κάνουμε αυτό που είπαμε, τη συνεργασία;» Μου λέει, όχι ρε Βασίλη γιατί η Καίτη δεν θέλει και τα λοιπά. Του λέω εντάξει, αυτό ήθελα να μάθω. Εγώ μέχρι το Σάββατο θα δουλέψω. Τη Δευτέρα θα φύγω οπότε κανόνισε για βοηθό. Πράγματι, τη Δευτέρα έφυγα και άνοιξα δικό μου μαγαζί. Μόλις έμαθαν ότι ο Βασίλης έκανε δικό του εργαστήριο, ερχόντουσαν πελάτες του Νίνου σε εμένα. Κι εγώ δεν ήθελα. Έλεγα αυτή την αφίσα που θέλεις εσύ τη φτιάχνει ο Νίνος, πώς θα τη φτιάξω εγώ. Δεν μπορώ να τη φτιάξω εγώ, ντρέπομαι. Όχι και τι σημασία έχει αυτό και το ένα και το άλλο.
Έκανα μια συνεργασία με 6-7 κινηματογράφους κι έφτιαξα ένα ωραίο ατελιέ στου Γκύζη όπου και έμεινα πολλά χρόνια. Με έμαθε μετά όλη η Ελλάδα.

By TLIFE


28.4.15

Κάτια Ζυγούλη: "Δεν ήξερα από την αρχή αν θα κάνω οικογένεια μαζί του αλλά κατάλαβα ότι ο Σάκης θα είναι μεγάλο σχολείο"

«Πίσω από κάθε σπουδαίο άντρα κρύβεται μία ακόμα πιο σπουδαία γυναίκα». Χρησιμοποιώντας αυτή και μόνο τη φράση απαλλάσσομαι από κάθε ανάγκη να πω πολλά για την Κάτια Ζυγούλη. Όχι γιατί δεν έχω να πω, αλλά γιατί όλα αυτά τα χρόνια η πορεία της, μιλάει από μόνη της. 

Έκανε μια λαμπρή πορεία στο χώρο της μόδας, έχοντας περπατήσει στις πασαρέλες του εξωτερικού για διεθνείς οίκους και έχοντας ποζάρει για μεγάλες καμπάνιες. Έπειτα, γνώρισε τον Σάκη Ρουβά και αποφάσισε να τα αφήσει όλα για να ζήσει, με τον δικό της τρόπο, την οικογενειακή ευτυχία και να μεγαλώσει τα παιδιά της. 

Σήμερα, πιο ώριμη και κατασταλαγμένη, μητέρα τριών παιδιών, επιστρέφει να διεκδικήσει αυτό το κομμάτι που θα την ολοκληρώσει σαν άνθρωπο. Το TLIFE τη συνάντησε λίγες μόνο ώρες πριν από το Madwalk και μας μίλησε για όλα!



Δυναμική επιστροφή με το Madwalk! Το να πεις “ναι” σε μία τέτοια πρόταση είχε να κάνει με το ότι έχει σχέση με τη μόδα, που αγαπάς και σου αρέσει, ή με το γεγονός ότι είχε φτάσει απλά η χρονική στιγμή για να επιστρέψεις επαγγελματικά;
Ξεκίνησε πρώτα η ανάγκη, ήρθε η απόφαση από μέσα μου να επιστρέψω στη δουλειά και μία που το αποφάσισα και “τσουπ” ήρθε η πρόταση για το Madwalk. Οπότε τι καλύτερο αφού μιλάμε για μόδα και μουσική. Τι πιο όμορφο και τι πιο μέσα στη δική μου πραγματικότητα!

Οπότε δεν το φοβήθηκες.
Το φοβήθηκα, ναι. Το φοβήθηκα από την άποψη ότι δεν το έχω ξανακάνει. Η παρουσίαση είναι μία ευθύνη γιατί από πίσω υπάρχουν όλοι αυτοί οι άνθρωποι που δουλεύουν για το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα, οπότε ο παρουσιαστής είναι αυτός που ή θα το απογειώσει ή που θα το κάνει να πατώσει. Αλλά είπα, γιατί όχι; Είναι μεγάλη πρόκληση να το κάνεις αυτό. Για μένα ήταν τουλάχιστον και δεν το μετανιώνω. Είμαι πολύ ενθουσιασμένη με όλο αυτό που ήδη συμβαίνει. Την Τετάρτη πιστεύω θα το ευχαριστηθώ πάρα πολύ, αφού ξεπεράσω το αρχικό άγχος.

Θα ήταν η επόμενη ερώτησή μου, αν έχεις άγχος.
Έχω άγχος. Θα προσπαθήσω να το μετατρέψω σε ενθουσιασμό και εύχομαι να τα πάω όσο καλά θέλω εγώ να τα καταφέρω. Για τον εαυτό μου αρχικά. 

Μπαίνοντας σε αυτή τη διαδικασία, έχει αρχίσει να σου αρέσει η παρουσίαση; Γιατί πολλοί βλέπουν στο πρόσωπό κι ένα μελλοντικό σχετικό βήμα. 
Δεν το έχω ζήσει ακόμα. Ακόμα είμαι στην προετοιμασία. Η προετοιμασία είναι πάρα πολύ ωραία, πολύπλευρη. Μου αρέσει όλη αυτή η τριβή με τόσο διαφορετικούς ανθρώπους, διότι κάνω συνεχώς διαφορετικά πράγματα. Την παρουσίαση όμως, την ανταλλαγή ενέργειας με το κοινό, τη δική μου ενέργεια, το πώς θα το διαχειριστώ και πώς θα το βιώσω, δεν τα έχω ζήσει ακόμα. Οπότε δεν μπορώ να απαντήσω σε αυτό ακόμα. 

Άρα δεν είναι κάτι που σου έχει προκύψει σαν επιθυμία. Αν ερχόταν για παράδειγμα μία πρόταση για κάποια εκπομπή;
Θέλω να δω πώς θα το νιώσω την Τετάρτη, πραγματικά.

Δεν το αποκλείεις όμως.
Δεν ξέρω. Μπορεί και να είναι εθιστικό. Μπορεί να είναι super καταπληκτικό και να θέλω να το ξαναζήσω.

Καταλαβαίνω λοιπόν ότι σίγουρα δεν είναι στα άμεσα σχέδια σου. Γιατί ξέρω ότι κάτι νέο ετοιμάζεις για τη συνέχεια...
Ναι ετοιμάζω κάτι αλλά δεν είναι ακόμα έτοιμο. Θέλω πρώτα να το στήσουμε και μετά θα επικοινωνηθεί. 

Σε αυτή την διαδικασία της επαγγελματικής επιστροφής που περνάς αρκετό χρόνο μακριά από τα παιδιά σου, σου δημιουργούνται ενοχές; Έχεις μεγαλύτερο άγχος που μένουν τόσες ώρες χωρίς εσένα;
Όχι. Αυτή η απόφαση έφτασε σε μία στιγμή που ένιωσα ότι και τα παιδιά είναι σε μία φάση που μπορούμε να επικοινωνήσουμε τα βασικά μας θέματα και να τα λύσουμε. Γιατί πλέον όλα επικοινωνούν. Επίσης, υπάρχει "υποστηρικτική ομάδα" στο σπίτι. Πίστεψέ με, τα παιδιά περνάνε πολύ καλύτερα με τους παππούδες από όσο θα περνούσαν με εμένα και είναι πολύ χαρούμενα. Άλλωστε δεν είναι και μεγάλο χρονικό διάστημα, θα τελειώσει αυτό την Τετάρτη.

Η καθημερινότητά σου με τα παιδιά πώς είναι; Πώς είναι μια συνηθισμένη μέρα για την Κάτια Ζυγούλη σαν μαμά;
Κρατάμε το πρόγραμμα ευλαβικά. Τα παιδιά ξυπνάνε το πρωί και πηγαίνουν στο σχολείο τους. Όλα, μικρά και μεγάλα. Όλα σπουδάζουν! (γέλια) Θα γυρίσουν το μεσημέρι και τα μικρά κοιμούνται, ενώ η μεγαλύτερη διαβάζει. Και κάθε μέρα έχουμε μια δραστηριότητα, μια βόλτα. Αυτό είναι το πρόγραμμα. Η πραγματικότητα είναι ότι η ζωή με τα παιδιά είναι γεμάτη φωνούλες, γελάκια, γκρίνιες, απαιτήσεις... Απαιτούν το 110% της ενέργειάς σου και της προσοχής σου κι αυτό επί 3. Μιλάμε για το 330% από ό,τι έχεις και δεν έχεις. (γέλια) Είναι στιγμές που λες “πόσο ευλογημένη είμαι” και είναι στιγμές που λες “Παναγία μου, να πάρω 5 λεπτά για τον εαυτό μου”. 



Το φανταζόσουν όλο αυτό; Ήθελες βασικά να κάνεις οικογένεια;
Το φανταζόμουν ότι κάποια στιγμή, ίσως να κάνω οικογένεια. Δεν φανταζόμουν τόσο μεγάλη οικογένεια. Παρόλα αυτά πιστεύω ότι ο αριθμός που βρισκόμαστε αυτή τη στιγμή είναι ιδανικός, τα τρία παιδιά. Είμαστε μια μεγάλη παρέα.

Μα, εμείς περιμένουμε κι άλλο!
(γελάει) Καλά, όλοι περιμένουν κι άλλο αλλά είμαι πολύ ευτυχισμένη με αυτό που μου συμβαίνει. Πραγματικά είναι μια μεγάλη παρέα. Είναι το σπίτι γεμάτο ανθρώπους, χαρές, γεμάτο ενέργεια. Δεν θα ήθελα να φανταστώ να ζούσα τώρα σε ένα άλλο σπίτι, με εμένα και τα δικά μου θέματα μόνο. Όλα σου φαίνονται λιγότερο σημαντικά. Αυτά που σε απασχολούσαν παλαιότερα, τώρα βλέπεις ότι δεν έχουν καμία σημασία. Φεύγεις από τον μικρόκοσμό σου. Απομυθοποιείς πράγματα, τα απλοποιείς. Νομίζω ότι, αν το ζήσεις όμορφα, είναι πολύ μεγάλο μάθημα η μητρότητα.

Σε ενοχλεί που μερικές φορές, τα media κυρίως και λιγότερο ο κόσμος, μπαίνουν τόσο πολύ στη ζωή σου; Είτε λόγω του Σάκη είτε γιατί κι εσύ είσαι ένα από τα πρόσωπα που ενδιαφέρουν πολύ.
Όχι, δεν με ενοχλεί. Παλιότερα λίγο με ενοχλούσε γιατί δεν ήμουν τόσο συνηθισμένη. Τώρα, πραγματικά, δεν με ενοχλεί. 

Ακόμα και το θέμα του γάμου σας, ας πούμε, βλέπεις ότι το συζητάνε όλοι. Όπου κι αν πας θα σε ρωτήσουν, Κι εγώ θα σε ρωτήσω.
Εγώ θέλω να τα βλέπω θετικά τα πράγματα. Για να αναρωτιούνται και να ανυπομονούν οι άνθρωποι, προφανώς, το κάνουν γιατί, κατά κάποιον τρόπο, υπάρχει μία αγάπη. Ένα είδος αγάπης. Το θεωρούν χαρά αυτό το πράγμα και ανυπομονούν γι' αυτό. Δεν μπορώ να δώσω άλλη εξήγηση γιατί μπορεί να τους νοιάζει τόσο πολύ αν θα γίνει γάμος ή όχι. (γέλια)

Ήταν ίσως κι αυτός ένας λόγος που δεν έλεγες το “ναι”; Το γεγονός ότι θα πέσει πολύ προβολή πάνω σου;
Όχι. Για μένα ο γάμος είναι καθαρά θέμα του ζευγαριού.

Ο Σάκης είπε θα γίνει σύντομα. Είσαι σε φάση που ψάχνεις νυφικό;
Όχι, όχι! (γέλια) Αυτά γίνονται πάντα τελευταία στιγμή. Αυτή η διαδικασία με αγχώνει εμένα οπότε δεν θα ασχοληθώ πολύ με αυτό.



Σε πρόσφατη συνέντευξή του (ο Σάκης) είπε ότι αυτό που αγαπάει σε εσένα είναι ότι ζει τη σχέση νιώθοντας ελεύθερος
Αλήθεια είναι αυτό!

Επίσης, είπε ότι από την πρώτη στιγμή ένιωσε ότι είσαι ένας άνθρωπος με τον οποίο μπορεί να ζήσει μαζί του. Ένιωσες κι εσύ το ίδιο από την αρχή;
Σίγουρα γνωρίζοντας τον Σάκη καλύτερα, πέρα από αυτό που έβλεπα σαν εικόνα, κατάλαβα ότι είναι ένας άνθρωπος με τον οποίο θα υπάρξει εξέλιξη γενικότερα. Και σε προσωπικό επίπεδο και επαγγελματικά και συναισθηματικά υπάρχει πάντα δουλειά να γίνει και στόχοι να υλοποιηθούν. Από όλες τις απόψεις. Οπότε δεν ήταν κάτι που πήρα αψήφιστα, την ενέργεια αυτή του Σάκη. Στην πρώτη μας περίοδο, το κατάλαβα. Δεν ήξερα αν θα ζήσω ή αν θα κάνω οικογένεια μαζί του αλλά σίγουρα κατάλαβα ότι ο Σάκης θα είναι μεγάλο σχολείο. Και είναι! 

Η ανάγκη του για συνεχή εξέλιξη, που συνεχώς κάνει κάτι άλλο και κάνει μια υπέρβαση, σου δημιουργεί κι εσένα την ανάγκη να ξεπεράσεις τον εαυτό σου;
Όχι, γιατί άμα ακολουθήσω τους ρυθμούς του θα τρελαθώ. (γέλια) Δεν μπορείς να τρέξει στους ίδιους ρυθμούς. Είναι που ζεις διαφορετικά τα πράγματα. Ζεις τα ίδια, από διαφορετική πλευρά. Όταν εγώ λόγω μητρότητας σταμάτησα τη δουλειά μου, στον Σάκη συνέβη ακριβώς το αντίθετο. Εκτοξεύτηκε το επαγγελματικό του κομμάτι. Ήταν σαν να του χαρίστηκε ένα καινούργιο φως, μια καινούργια δύναμη, ένα καινούριο πεδίο. Κι από μέσα του κι από γύρω γύρω. Εκεί πέρα έπρεπε λίγο να διαχωριστούν τα πράγματα. Οπότε δεν θα μπορούσα να ακολουθήσω και ούτε αυτός θα μπορούσε να ακολουθήσει αυτό που εγώ επέλεξα να κάνω. Το παν είναι μια σωστή επικοινωνία. Να επικοινωνείς αυτά που θέλεις κι αυτά που έχεις ανάγκη να τα λες και μαζί να αποφασίζετε ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος να διαχειριστείτε την καινούργια κατάσταση. 

Έχετε όμως κοινό το ότι κι εσύ έχεις ανάγκη να εξελίσσεσαι. Διάβασε σε πρόσφατη συνέντευξή σου που έλεγες ότι διαβάζεις βιβλία τονίζοντας ότι τα μοντέλα δεν είναι αυτό που νομίζουν.
Διάβαζα! Τώρα δε έχω χρόνο. (γέλια) Για χιούμορ το είπα αυτό γιατί όλοι λένε ότι το μοντέλο κάθεται απλά πίσω από το φακό. Επειδή τότε που δούλευα εγώ δεν υπήρχαν ούτε τα smartphones ούτε τα ipads η μόνη μας παρέα ήταν το βιβλίο. Οι ώρες μοναξιάς είναι άπειρες, μιλάμε για ταξίδια στην άλλη άκρη του κόσμου δυο φορές την εβδομάδα, τι άλλο να κάνεις. Διάβαζα, ναι! 

Ήταν ένα σχολείο όλη αυτή η εποχή; Ήταν λίγο “αλητεία” η ζωή σου; Ήσουν συνεχώς από πόλη σε πόλη, γνώριζες άλλους ανθρώπους, έμπαινες συνεχώς σε μία διαδικασία προσαρμογής...
Ήταν μεγάλο σχολείο. Αλητεία δεν ήταν γιατί δεν μπορούσα να είμαι πολύ χαλαρή. Αυτό που πάντα με βοήθησε ήταν ότι ήθελα να είμαι επαγγελματίας, που σημαίνει ήμουν στρατιώτης. Θα ταξίδευα πάρα πολλές ώρες, θα έπρεπε να ξεκουραστώ, να είμαι πανέτοιμη την επόμενη μέρα στη δουλειά γιατί η εμφάνισή είναι το νούμερο 1. Από εκεί και πέρα να ανταπεξέλθεις, να μάθεις πώς λειτουργεί κάθε ένας πελάτης από διαφορετική χώρα και κουλτούρα, αυτό ήταν το μεγαλύτερο σχολείο. Άλλο είναι να δουλεύεις με Γερμανό, που είσαι ένα κυριολεκτικά ρομπότ, άλλο να δουλεύεις με Αμερικάνους, να δουλεύεις με Ιταλούς, που το ταπεραμέντο τους είναι πιο κοντά σε εμάς. Οι Έλληνες είναι μια άλλη ιστορία που μόνο fun έχει. Όλο αυτό ήταν μεγάλο σχολείο και πάρα, πάρα πολύ ενδιαφέρον. Καταλαβαίνεις και προσαρμόζεσαι στους τρόπους λειτουργίας του κάθε ανθρώπου. 

Έχοντας ζήσει όλα αυτά και έχοντας ταξιδέψει σε όλο τον κόσμο, πιστεύεις ότι θα μπορούσες να ζήσεις έξω; Αν σου έλεγε, για παράδειγμα, ο Σάκης “πάμε να μείνουμε για πάντα στην Αμερική” θα σου άρεσε;
Θα μου άρεσε αλλά θα μου έλειπε τρομερά η Ελλάδα. Το ζήσαμε αυτό. Το κάναμε, επί 3,5 χρόνια ήμασταν στην Αμερική αλλά μας έλειπε πάρα πολύ η Ελλάδα. Με κάθε ευκαιρία γυρνούσαμε πίσω μέχρι που προέκυψε το μωρό. 



Κλείνοντας, θέλω να σε ρωτήσω για την ενασχόλησή σου με τα social media. Είδαμε ότι από την πρώτη στιγμή που σε “καλωσόρισε” ο Σάκης στο instagram απέκτησες χιλιάδες followers. Πώς το βιώνεις όλο αυτό;
Μου αρέσει πάρα πολύ αυτό. Δεν είμαι πολύ της τεχνολογίας απλά μου αρέσει να βλέπω την ανταπόκριση του κόσμου. Μου αρέσει που υπάρχει αυτή η ευκαιρία να μοιραστείς πράγματα καθημερινά, με όποιον ενδιαφέρεται να τα δει. Μου αρέσει να βλέπω εγώ τι κάνουν οι φίλοι μου. Βρίσκω ανθρώπους που είχα να τους δω χρόνια. Έχει την πλάκα του αλλά κι αυτό θέλει το μέτρο του! 

By TLIFE

22.4.15

Να μιλάς ή να μη μιλάς;

Πάντα πίστευα ότι το να μιλάς σε βοηθάει να αδειάσεις το μυαλό σου. Φεύγουν οι αρνητικές σκέψεις και με ένα μαγικό τρόπο ηρεμεί η ψυχή σου. Να μιλάς όμως για αυτά που σε νοιάζουν, σε αυτούς που σε νοιάζονται.

Δεν γίνεται να κυκλοφορείς σαν την τρελή και να πιάνεις τους περαστικούς να μοιραστείς τον πόνο σου. Γίνεται βασικά, αλλά δεν είναι αποτελεσματικό. Η διαδικασία του να ανοίγεις την ψυχή σου και να μοιράζεσαι πράγματα είναι αμφίδρομη. Γιατί την ίδια ώρα, ο άνθρωπος που έχεις βάλει στη θέση του ακροατή γίνεται μέρος της ζωής σου. Γι’ αυτό οι φίλοι είναι σημαντικοί και τους επιλέγουμε με συγκεκριμένα κριτήρια. Γι’ αυτό η εμπιστοσύνη είναι σημαντική. Γι’ αυτό και τα δύο τα βρίσκουμε σε μικρά νούμερα.

Το να κερδίσει κάποιος την εμπιστοσύνη σου ή εσύ τη δική του είναι δύσκολο. Απαιτεί χρόνο και ενέργεια και απαιτεί μια συναναστροφή και μια ανταλλαγή σκέψεων, συναισθημάτων και πράξεων. Το κλειδί είναι να σου δείξει ότι σε νοιάζεται. Να στο δείξει, όχι να στο πει. Από εκεί και έπειτα, για μένα, ξεκινάει ένα ταξίδι χωρίς επιστροφή. Αν εμπιστευτώ κάποιον, επειδή το έχω επιλέξει, το κάνω τυφλά. Χωρίς δεύτερες σκέψεις, χωρίς φιλτράρισμα, χωρίς δόλο.

Είναι ωραίο πράγμα να ξέρεις ότι, no matter what, υπάρχει κάποιος που έχεις «κερδίσει» και σε «υπερασπίζεται» χωρίς την να είναι απαραίτητη η παρουσία σου. Σου κάνει support και το βρίσκεις μπροστά σου σε ανύποπτη στιγμή. Είναι ωραίο να μην χρειάζεται να καταπιέζεις τα συναισθήματά σου και να λες όλα αυτά που σκέφτεσαι ελεύθερα και ακατάπαυστα. Γιατί αυτός που εμπιστεύεσαι δεν θα σε πουλήσει. Στον ιδανικό κόσμο που έχω φτιάξει στο μυαλό μου.

Θα μου πεις, δεν την έχεις πατήσει ποτέ; Φυσικά και την έχω πατήσει. Την πατάω ακόμα. Απογοητεύομαι. Καμιά φορά κλαίω. Την επόμενη φορά όμως, ξέρω καλύτερα. Θα την ξαναπατήσω σίγουρα. Γιατί έτσι είναι η ζωή. Έτσι είναι οι άνθρωποι.

Υπάρχουν άνθρωποι που δεν αξίζουν όλη αυτή την ενέργεια και τον χρόνο σου. Γιατί δεν έχουν εκτιμήσει το ρόλο σου. Γιατί δεν σου έχουν δώσει χώρο στη ζωή τους. Γιατί δεν σου μιλούν για όλα αυτά που εσύ μιλάς. Γιατί μιλάς σε ανθρώπους που δεν σε νοιάζονται. Και όταν κάποια στιγμή καταλάβεις κι εσύ –πάντα συμβαίνει κάποια στιγμή- ότι δεν αξίζουν τόσο, ακούς αυτό το μικρό «κρακ».



Σημασία έχει όμως αυτό το «κρακ» που γίνεται κάθε φορά μέσα σου να το επουλώνεις. Να μην μένεις μισός και με κενά μέσα σου. Σημασία έχει να συνεχίζεις και να μιλάς. Ή να γράφεις! Γιατί κι αυτό είναι ένας τρόπος έκφρασης και εκτόνωσης.

Οι σκέψεις σου παίρνουν σάρκα και οστά μέσα από τις λέξεις. Γίνονται εικόνα και τις βλέπεις μπροστά σου. Στη συνέχεια αποφασίζεις αν σου αρέσει ή όχι αυτή η εικόνα και τι θα αλλάξεις.

17.4.15

Αδιαφορώ!

Για σένα που δεν δίνεις σημασία στις ανάγκες μου. Που λες ότι με αγαπάς και παρόλα αυτά, τα μεγάλα λόγια σου δεν εξαργυρώνονται ποτέ σε πράξεις. Που δεν κάνεις την παραμικρή προσπάθεια να καλύψεις έστω και ένα μικρό ποσοστό από τα κενά μου. Όχι ότι έχεις υποχρέωση αλλά να, επειδή λες ότι με αγαπάς. 
 
Για σένα που με χρησιμοποιείς. Που παίζεις τα παιχνίδια σου ενώ θα μπορούσες απλά να συνεργαστείς και να συμπλεύσεις μαζί μου. Που βάζεις το συμφέρον σου πάνω από την ανθρώπινη επαφή. Κάνεις τη δουλειά σου και αδιαφορείς για το τι μένει στο τέλος. Ε, αδιαφορώ κι εγώ!

Για σένα που με κάνεις να φαίνομαι κομπλεξική. Που προσπαθήσεις να μηδενίσεις τα πιστεύω μου με τις δικές σου ηλίθιες απόψεις. Που νομίζεις ότι είσαι ότι καλύτερο έχει βγάλει αυτός ο πλανήτης και πως ότι κάνεις είναι το σωστό. Σου έχω νέα! Δεν είσαι τόσο γαμάτος!

Για σένα που δεν σέβεσαι τα αισθήματά μου. Που δεν προσπαθείς καν να μπεις για μια στιγμή στη θέση μου και να με καταλάβεις. Που δεν σε νοιάζει αν έχω θυμώσει, αν έχω στεναχωρηθεί, αν έχω πειραχτεί με κάτι. Που με έχεις και λίγο δεδομένη και δεν μπαίνεις ούτε στη διαδικασία να μου εξηγήσεις κάποια πράγματα. 
 
Για σένα που ζητάς μόνο να παίρνεις κι έχω κάνει το “δεν πειράζει” καραμέλα. Ξέρεις κάτι; Πειράζει! Για να πάρεις πρέπει και να δώσεις. Κι εγώ, δεν έχω άλλο. Δώσαμε!

Για σένα που υπογραμμίζεις τις ανασφάλειές μου. Που ψάχνεις να βρεις το αρνητικό σε ότι θα κάνω, θα πω ή θα νιώσω. Τα δικά σου κόμπλεξ κράτα τα για τον εαυτό σου. 
 
Για σένα που εκμεταλλεύεσαι τη θέση εξουσίας. Που κάνεις ότι γουστάρεις γιατί απλά είσαι σε θέση υπεροχής και μόνο με αυτό τον τρόπο μπορείς να επιβάλεις την άποψή σου. Που αντιμετωπίζεις τους άλλους σαν σκουπίδια ή κατσαρίδες. 

Για σένα που απαιτείς να γίνονται όλα με τον δικό σου τρόπο. Που δεν αναγνωρίζεις το δικαίωμά μου στο να σκέφτομαι, να εκφράζομαι και να πράττω διαφορετικά. Ο καθένας ξέρεις έχει το δικό του αποτύπωμα.

Για όλους εσάς, στο εξής, αδιαφορώ!

 

Αδιαφορώ γιατί είναι καιρός να αρχίσω να νοιάζομαι για τον εαυτό μου αφού κανείς άλλος, από όλους εσάς, δεν θα το κάνει!


8.4.15

Ήταν όλα ένα όνειρο…

Ξυπνάς και σκέφτεσαι το πρόσωπό του. Τον τρόπο που μικραίνουν τα μάτια του όταν γελάει. Το σχήμα που παίρνουν τα χείλη του. Και χαμογελάς. Δεν είναι δίπλα σου. Δεν σε νοιάζει. Δεν το χρειάζεσαι για να νιώσεις την παρουσία του. Ξεκινάς, λοιπόν, τη μέρα σου χαρούμενη.

Επιδιώκεις να πεις το όνομά του πολλές φορές γιατί ο ήχος του στα αυτιά σου είναι σαν τις νότες. Νότες που γίνονται τραγούδι, όταν χτυπήσει το τηλέφωνο και στην άλλη γραμμή είναι αυτός.

Οι συνομιλίες κρατάνε από ένα δευτερόλεπτο μέχρι μια αιωνιότητα. Και όταν το τηλέφωνο κλείσει σου λείπει ήδη. Αλλά έχεις στο κεφάλι σου τη φωνή του σαν τα τραγουδάκια που σου κολλάνε και τα σιγοψιθυρίζεις non stop.

Δεν τον σκέφτεσαι απλά. Είναι μονίμως μέσα στο μυαλό σου. Σε ό,τι κάνεις. Σε ό,τι λες, κρύβεται ανάμεσα στις λέξεις. Αυτό σε κάνει να χαμογελάς. Χωρίς προφανή λόγο. Σε ανύποπτες στιγμές.

Υπάρχει μαγεία. Σε υπερβολική δόση την στιγμή της συνάντησης. Παγώνει ο χρόνος και σε όλα γύρω μπαίνει μπλερ. Είσαι μόνο εσύ κι αυτός. Μόνο αυτός για την ακρίβεια. Μετράς τις ανάσες του. Ζηλεύεις ακόμα και τον αέρα που αναπνέει γιατί δεν μπορείς να αγγίξεις αυτό το επίπεδο της ένωσης με το σώμα του. Λατρεύεις το κορμί του με τα χέρια σου. Σου φτάνει αυτή η στιγμή για χίλιες ζωές.

Όταν φεύγει όμως σου λείπει πάλι. Παίζεις σαν ταινία στο μυαλό σου τις στιγμές και χαμογελάς. Συνειδητά. Χαμογελάς ακόμα κι όταν κλείσεις τα μάτια σου για να κοιμηθείς. Του λες καληνύχτα. Δεν είναι δίπλα σου. Δεν σε νοιάζει. Δεν τον χρειάζεσαι για να νιώσεις την παρουσία του.


Και μετά ξυπνάς. Ήταν όλα ένα όνειρο…

7.4.15

Τα παράτησα όλα κι έγινα barwoman!

Πόσες φορές δεν έχεις σκεφτεί να τα παρατήσεις όλα και να γίνεις κάτι άλλο, εντελώς διαφορετικό; Θα σου πω εγώ. Άπειρες! Όλοι μας. Λίγο η κούραση, λίγο το ένα, λίγο το άλλο… Κάποια στιγμή έχεις ανάγκη από μία αλλαγή σκηνικού. Εγώ για παράδειγμα διάλεξα να τοποθετήσω τον εαυτό μου πίσω από ένα bar! Τα παράτησα όλα κι έγινα barwoman!

Μαμά, μπαμπά δεν είναι αυτό που νομίζετε! Στην απόφαση αυτή συνέβαλε το «Ορέστης Μακρής» και αναφέρομαι στο πιο τέλειο κοκτέιλ που έχω δοκιμάσει το τελευταίο διάστημα. Και το όνομά του δεν το φαντάστηκα. Υπάρχει! Μπορείς να πας και να το παραγγέλλεις στον Νικόλα -γιατί τους ανθρώπους που δουλεύουν στο bar τους κάνεις φίλους σου- στα Χρώματα Βυθού. Το κύριο συστατικό του είναι το τσίπουρο και σερβίρεται σε ένα ακόμα πιο τέλειο «ποτήρι».



Τα υπόλοιπα υλικά είναι μαστίχα, πράσινο τσάι, μέλι, τζίντζερ, δυόσμος και αγγούρι. Αν αγαπάς τα κοκτέιλ όσο εγώ, σίγουρα αυτό πρέπει να μπει στη λίστα σου!


Το διπλανό έχει μέσα vanilia vodka, λικέρ καραμέλας,pasion fruit,λεμόνι και δυόσμο (και εννοείται πως το δοκίμασα και αυτό!)

Δεν χρειάζεται να πας στην Jamaica και να σε σερβίρει ο Tom Cruise, που ήταν barman στην ταινία Vanilla Sky. Μέχρι την Νέα Ερυθραία θα φτάσεις και θα νιώσεις το καλοκαίρι, ακόμα κι αν η θερμοκρασία έξω αγγίζει τους μηδέν βαθμούς. Γιατί, ξέρεις τι λένε οι φίλοι μας οι Άγγλοι: “Summer is not just a season but a state of mind”. Δεν χρειάζεται λοιπόν να περιμένεις να έρθει ημερολογιακά. (Αν και όπου να’ ναι φτάνει! Woohoo!) Φρόντισε να το κρατήσεις μέσα σου όλο το χρόνο. Άλλωστε το χρειάζεσαι σε αυτές τις περίεργες εποχές που ζούμε. Λίγο το ένα, λίγο το άλλο… Καμιά φορά ξεχνάς ότι η ζωή είναι ωραία. Την αφήνεις και αφήνεσαι. Τα παρατάς. Κάν' το όμως για λίγο. Κάν' το για να γίνεις πριγκίπισσα ή barwoman! Όπως εγώ, που τα παράτησα όλα κι έγινα barwoman (σε αυτό το επεισόδιο!). Για όσο κρατάει ένα κοκτέιλ... Ή και δύο... 

Στην υγεία μας!

P.S. Ψάξε στο YouTube το πιο ωραίο κομμάτι με τίτλο I'm a Believer από τους The Monkees.

By TLIFE


29.3.15

Όλοι οι δρόμοι οδηγούν στη Ρώμη!

Θα σου έχει συμβεί πολλές φορές να κάνεις σχέδια στη ζωή σου και τελικά στην πορεία να αλλάζουν. Καμία φορά αυτό είναι το απόλυτα σωστό. Γιατί όταν ξεκινάς, έχεις άλλα δεδομένα. Καμία φορά όμως, αυτό συμβαίνει γιατί απλά έχεις ξεχάσει στη διαδρομή, με τούτα και με εκείνα, ποιοι ήταν οι αρχικοί σου στόχοι.

Αυτοί οι στόχοι είναι που φωτίζουν σαν αστεράκι μέσα στη νύχτα και σε βοηθούν να ακολουθείς το σωστό δρόμο. Το σωστό για σένα. Είναι υποκειμενικό. Αν λοιπόν τους ξεχάσεις, αυτό το αστεράκι σβήνει και επικρατεί σκοτάδι. Άντε μετά εσύ, να βρεις το δρόμο σου!

Δεν λέω ότι δεν θα σου συμβεί. Υπάρχουν στιγμές που θα νιώσεις αδύναμος και σίγουρα θα βρεθείς εκτός πορείας. Δεν θα σε νοιάζει κιόλας. Σε αυτές τις στιγμές μπορεί να δηλώσεις παραίτηση. Αλλά θα βρεθεί κάποιος ή κάτι που θα σε «σπρώξει». Κάποιος άνθρωπος που πέρασε ακριβώς το ίδιο ή μία κατάσταση που θα σε «εμπνεύσει».



Στην τελική, «be your own hero» και δώσε εσύ στον εαυτό σου την ώθηση που χρειάζεται για να ξαναβρείς τα χαμένα σου όνειρα. Στην τελική, «όλοι οι δρόμοι οδηγούν στη Ρώμη». Δεν μπορεί να μην το βλέπεις! Όπου "Ρώμη" βλέπε το στόχο σου!